Η θαλασσα γαργαλαει μου είπε ο Οδυσσέας για πρώτη φορά στο ιπτάμενο δελφίνι, κατευθηνόμενοι για Πάτμο.
Αργότερα κατάλαβα, τί μπορεί να εννοούσε.
Η θάλασσα γαργαλά τις αισθήσεις μας. Τη μύτη, το μάτι, την αίσθηση της ισορροπίας, τη γεύση.
Τις γαργαλά παιχνιδιάρικα. Δεν επιβάλεται. Παρόλη την δύναμή της, το μέγεθός της σε σχέση με εμάς.
Εμείς νομίζουμε ότι την δαμάζουμε. Άμα θέλει, μας καταπίνει χωρίς να έχουμε την ελάχιστη δυνατότητα να της αντισταθούμε.
Εμεις οι μικροί, που κάποτε νοιώθουμε τεράστιοι και ανίκητοι μπροστά της. Που την μολύνουμε χωρίς δευτερη σκέψη, που την θεωρούμε δεδομένη, που προσπαθούμε να την εκμεταλευτούμε, όπου μπορούμε, και όσο εμείς θελουμε.
Ανεξάρτητα αν τα χρειαζόμαστε όσα της παίρνουμε, ανεξάρτητα αν δε της δίνουμε τίποτε πίσω, ανεξάρτητα αν την καταστρέφουμε.
Εμείς οι μικροί οι ανάξιοι μπροστά της. Κοκκοράκια με φουσκωμένο στήθος και χωρίς μυαλό...
Η θαλασσα γαργαλαει Οδυσσέα μου. Έχεις δίκιο μωρό μου. Γαργαλάει. Και όσοι έχουν μάτια, μύτες, αίσθηση ισορροπίας και γευση το καταλαβαίνουν χωρίς δευτερη σκέψη. Όμως εγώ χαίρομαι που δεν έχασα το νόημα αυτής της πρότασής σου ακόμα και αν χρειάστηκα χρόνο. Κάλιο αργά παρά ποτέ.
ΥΓ. Η φωτογραφία ειναι εκείνη του Αραχτού. Δε ήθελα να δοκιμάσω να βγάλω παρόμοια. Μου άρεσει που είναι παγκόσμια και διαχρονική. Ευχαριστώ ξανά.