Ήταν εφτά λεπτά μετά τις δέκα η ώρα το πρωί όταν η κατέβηκε η Δάφνη τα λιγοστά σκαλιά της κερκίδας και βρέθηκε στο γήπεδο του στίβου προκειμένου να ασχοληθεί με το καθημερινό της πρόγραμμα. Φτάνοντας, έριξε μια τελευταία ματιά προς την κατεύθυνση της πύλης του σταδίου, έλεγξε αν τα κορδόνια των παπουτσιών της ήσαν σφιχτοδεμένα, διάλεξε το σωστό κομμάτι στον mpg-player, πίεσε το κουμπί για να αρχίσει σιγά σιγά να παίζει, βεβαιώθηκε ότι τα ακουστικά είχαν καλό κράτημα στα αυτιά της και ξεκίνησε με χαλαρές κινήσεις την προπόνησή της.
Αν ο κύριος Πέτρος, ο φύλακας του γηπέδου, δεν βρισκόταν εκείνη την στιγμή στην αποθήκη ψάχνοντας μια τρόμπα που του ζητήθηκε από κάποιον νεαρό, θα απορούσε άμα την έβλεπε να τρέχει σαββατιάτικα μόνη της.
Από τότε που έγινε μέλος σε εκείνον τον αθλητικό όμιλο, πριν 5 χρόνια περίπου, δεν είχε περάσει μέρα, αν εξαιρέσει κανείς τις Κυριακές, που να μην έχει πάει για προπόνηση στο γήπεδο. Συνήθως έβρισκε χρόνο αργά το βράδυ, μετά την δουλειά, και έτρεχε όσο της έπαιρνε να συμπληρώσει τους δώδεκα γύρους, μια 35 λεπτά, άλλοτε λίγο παραπάνω. Δεν τα κατάφερνε και άσχημα, για τα σαρανταπέντε της χρόνια, αν σκεφτεί κανείς ότι πάντα σιχαινόταν το jogging γιατί απόφευγε τα ατομικά αθλήματα και ιδιαίτερα εκείνα που χρειάζονταν αντοχή και υπομονή. Από μικρή προτιμούσε το μπάσκετ και ας μην ήταν γίγαντας, να φιλά τέρμα στο πόλο και ας μην έφτανε όλες τις ψηλές μπαλιές, να χοροπηδά παρέα με πολλούς άλλους στο aerobic και ας μην την έβρισκε σύμφωνη η μουσική επιλογή της προπονήτριας, να σηκώνει βάρη στα μηχανήματα παρόλες τις συνήθεις έντονες και δυσάρεστες ανδρικές μυρωδιές που γέμιζαν τον κλειστό εκείνο χώρο του γυμναστηρίου.
Τι συνέβη λοιπόν πριν 5 χρόνια και άλλαξε γούστα ή τέλος πάντων απόψεις; Ο φύλακας του γηπέδου δεν μπορούσε να ξέρει φυσικά τον λόγο, αλλά υπέθετε ότι είχε να κάνει με τον κύριο με τον οποίο ερχόταν κάθε Σάββατο και έκαναν προπόνηση παρέα.
Είχε παρατηρήσει ότι εκείνη την μέρα της εβδομάδας η Δάφνη δεν αρκούντο στους 12 γύρους μόνον. Ήταν ο ανταγωνισμός που την παρακινούσε σε 15, 20 ή και 25 γύρους; Ήταν η συζήτηση στην οποία - όπως φαινόταν από μακριά - σχεδόν πάντα συμπλέκονταν; Ή απλά η διάθεσή της να επιμηκύνει τον κοινό τους χρόνο;
Ο κος Πέτρος δεν ήξερε,. Αυτό το οποίο μπορούσε να πει με σιγουριά ήταν ότι εκείνες τις μέρες που δεν έτρεχε μόνη της ήταν οι πιο χαμογελαστές της. Του άρεσε να την βλέπει να χαμογελάει. Βρισκόμενος σε μια ηλικία λίγα χρόνια πριν την σύνταξη, όπου η Δάφνη θα μπορούσε να ήταν κάλλιστα κόρη του, δεν είχε ίχνος πονηρών σκέψεων για την αθλήτρια, αλλά δεν μπορούσε να αρνηθεί και το γεγονός ότι την νοιαζόταν. Ήταν καλοσυνάτος άνθρωπος, όλοι τον αγαπούσαν στον όμιλο, πάντα έτοιμος να βοηθήσει, ήξερε πότε να πει ένα καλό λόγο, αλλά και πότε θα ήταν καλύτερα να σιωπήσει. Όλα αυτά τα χρόνια δεν του δόθηκε καμιά ευκαιρία να αλλάξει δυο λόγια με τον παρτεναίρ της Δάφνης. Πάντα κάτι έκανε όταν ερχόταν, πάντα ήταν απασχολημένος τις στιγμές που έφευγε. Τον έβλεπε βέβαια στην τέταρτη λωρίδα του στίβου να τρέχει δίπλα στην Δάφνη. Εκείνη διάλεγε πάντα την τρίτη λωρίδα. Την άφηνε μόνον στον τελευταίο γύρο όταν άρχιζε να τρέχει με όλα τα υπόλοιπα των δυνάμεών της στην τελική ευθεία. Φάνταζαν ένα ταιριαστό ζευγάρι στο τρέξιμο, μπορούσαν να κρατήσουν ένα κοινό ρυθμό και δεν φαινόταν να έχει κάποιος από τους δυο τους δυσκολία με την ταχύτητα που είχαν επιλέξει. Ο κος Πέτρος δεν ήταν σίγουρος αν η Δάφνη και ο παρτεναίρ της συναντιόνταν και εκτός γηπέδου αλλά της το ευχόταν με όλη του την ψυχή, όταν την έβλεπε τις άλλες ημέρες της εβδομάδας σοβαρή και μάλλον στεναχωρημένη να τρέχει μόνη της. Μάτωνε η καρδιά του, «κρίμα το κορίτσι» σκεφτόταν. Ναι για εκείνον η Δάφνη ήταν ακόμα ένα κορίτσι. Δεν έβλεπε τα 45 της χρόνια, δεν έμενε στις ρυτίδες της, ούτε και στα γκρίζα μαλλιά, την βαφή των οποίων κάποτε κάποτε ξεχνούσε εκείνη να ανανεώσει έγκαιρα.
Το «κορίτσι» κοίταξε το ρολόι της. Εντωμεταξύ είχε φτάσει η ώρα 10 και 19. «Τι να είχε συμβεί στον Νίκο;» αναρωτήθηκε. Ήλπιζε ότι και να ήταν αυτό που τον κρατούσε μακριά της, να μην ήταν κακό. Στο μυαλό της αράδιασε χίλιους και ένα λόγους για τους οποίους όχι μόνον κάποιος δεν τα καταφέρνει να πάει στο ραντεβού του αλλά κωλύεται συνάμα να στείλει ένα ανάλογο μήνυμα σε αυτούς που τον περιμένουν. Το κινητό χάθηκε, το αυτοκίνητο κλάπηκε και το κινητό ήταν στο ντουλαπάκι, το τρένο σταμάτησε από διακοπή ρεύματος μέσα στο τούνελ, αιφνιδιαστική επίσκεψη της πρώην, το τετράγωνο έχει κλειστεί σε καραντίνα λόγω κολλητικής αρρώστιας...
Όλες οι πιθανότητες πέρασαν από το μυαλό της, όλες εκτός από τον πραγματικό λόγο. Πού θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί πως ο φίλος της ο Νίκος δεν έλειπε για πρώτη φορά από την κοινή προπόνησή τους αλλά στην πραγματικότητα δεν είχε ποτέ λάβει μέρος ούτε μια φορά όλα αυτά τα τελευταία 5 χρόνια; Πως καμιά από όλες αυτές τις όμορφες συζητήσεις τους, εκείνες που της έδιναν δύναμη, κουράγιο αλλά και της αφαιρούσαν την μελαγχολία δεν είχαν λάβει χώρα. Πως η «παρουσία» του, η παρέα που της έκανε στο τρέξιμο ήταν απλά και μόνον δημιούργημα της φαντασία της. Πως η δύναμη εκείνη με την οποία τον χρειαζόταν και τον επιθυμούσε δίπλα της ήταν τόσο μεγάλη, ώστε τον έκανε ορατό ακόμα και σε εκείνους που την αγαπούσαν και την νοιάζονταν. Πως ήταν ένα φάντασμα αγάπης, συντροφικότητας, φιλίας, τρυφερότητας. Και της παρουσιάστηκε όσο το χρειάστηκε. Πως ήταν πλέον δυνατή και ικανή να συνεχίσει μόνη της. Χωρίς φαντάσματα. Χωρίς υποκατάστατα. Και να κοιτάξει κατάματα την ζωή της έτσι όπως πραγματικά ήταν.
Όμορφη, πολύπλοκη, γεμάτη εμπειρίες, με προκλήσεις, με αντιξοότητες αλλά και με όπλα και τεχνικές για να την αντιμετωπίσει.
Κοίταξε για μια τελευταία φορά την τέταρτη λωρίδα, χαμογέλασε γιατί συνειδητοποίησε τον αληθινό ρόλο που έπαιξε στην ζωή της ο Νίκος, πέταξε ένα φιλί προς την κατεύθυνση του φανταστικού της φίλου και συνέχισε τον τέταρτο γύρο του γηπέδου. Αυτό το Σάββατο έβαλε σκοπό να φτάσει τους τριάντα.