Σύνδεση με τα προηγούμενα:
Ο χρόνος πέρασε αργά εκείνη την εβδομάδα. Λες και κάποιος κρατούσε την γη σφιχτά στα δυο του χέρια και την εμπόδιζε να περιστραφεί γύρω από τον άξονά της.
Όταν ξαναείδε το παιδί της για πρώτη φορά 3 μέρες αργότερα, της φάνηκε τόσο διαφορετικό. Τα μαλλιά του χτενισμένα στο πλάι, τα ρούχα του άγνωστα, καινούργια πιπίλα, το προσωπάκι του μπερδεμένο. Δεν καταλάβαινε γιατί βρισκότανε μακριά από την μαμά του εδώ και τόσες μέρες. Γιατί όταν έκλαιγε επειδή πείναγε ή δίψαγε, ερχόταν τώρα μόνον η γιαγιά; Ποια ήταν αλήθεια αυτή η γιαγιά; Η μυρωδιά της ήταν εντελώς διαφορετική από της μαμάς του, θύμιζε όμως λίγο και τον μπαμπά.
Ο χρόνος περνούσε αργά εκείνη την εβδομάδα, όμως αυτά τα 20 λεπτά κρατώντας το μωρό σφιχτά στην αγκαλιά της πέρασαν σαν αστραπή.
Το βράδυ ήταν η κόλαση, το χειρότερο κομμάτι του εικοσιτετραώρου. Την μισή νύχτα ο Martin ανεβοκατέβαινε στον διάδρομο, με βαριά και αποχαυνωμένα βήματα, να χτυπά τις πόρτες, να ρωτά τους νοσοκόμους "Μήπως έχεις ένα τσιγάρο;"
Οι νοσοκόμοι αρνιούνταν, χωρίς πλέον υπομονή και με απειλές, ότι εάν δεν σταματήσει τη φασαρία θα του δώσουν ηρεμιστικό και θα ενημερώσουν τον γιατρό.
Άλλαζε το πρόσωπο των νοσοκόμων την νύχτα. Το χαμόγελο της ημέρας ήταν εξαφανισμένο. Θέλανε τουλάχιστον τότε την ησυχία τους, και οι ασθενείς καλό θα κάνουν να μην ενοχλούν.
- Όλα έχουν και τα όριά τους, χαρά τα λεφτά στην αρχή του μήνα, μην υπερβάλουμε, με αυτού τους τρελούς που μπλέξαμε, δεν θα τρελαθούμε και εμείς κι όλας... είπε ο ξανθός νοσοκόμος κλείνοντας για πολλοστή φορά την πόρτα του δωματίου τους, κρατώντας τον Μartin έξω από τον χώρο που περνούσαν την νύχτα, στην βραδινή βάρδια.
Τους ανά τις ώρες ελέγχους από δωμάτιο σε δωμάτιο, αν λείπει κανένας ασθενής, δεν τους έκανε ο νοσοκόμος από ενδιαφέρον, παρά επειδή το λέει ο κανονισμός. Για να είναι σίγουρος ότι όλοι είναι στα κρεβάτια τους και δεν κάνουν χαζομάρες. Είναι η νύχτα για όλους δύσκολη και καταλύτης. Και αυτό το καταλάβαινε πολύ καλά, δούλευε για να συντηρήσει τις σπουδές της ιατρικής.
Η κοπελιά στο δωμάτιο με τα παράθυρα κοιμόταν ανήσυχα δεμένη στο κρεβάτι.
H ηλικιωμένη κυρία ροχάλιζε δυνατά και χωρίς σταματημό στο διπλανό κρεβάτι, στο δωμάτιό της.
Εκείνες τις ώρες, όταν έξω ερχόταν το σκοτάδι ερχόντουσαν σε εκείνην οι ίδιες σκέψεις ξανά και ξανά.
Το ήξερε πως ότι έγινε ήταν αντίδραση της στιγμής, ότι δε θα το επανέλαβε, ότι όπως και να το κάνει έχει χρέος στο παιδί της να του συμπαρασταθεί. Όχι μόνον τώρα που είναι μωρό, αλλά και αργότερα στα 2, 6, 13, 17 και πάντα στην ζωή του. Πως από όλα τα άσχημα στην ζωή της, αυτός εδώ ο χώρος είναι ο χειρότερος. Αλλά δεν άντεχε εδώ πλέον άλλο. Της έλειπε ο αέρας να αναπνέει από τότε που έκλεισε πίσω της η μεταλλική ενισχυμένη πόρτα της εισόδου του σταθμού. Δεν μπορούσε να αναπνεύσει πίσω από τα σφραγισμένα παράθυρα.
Την βράδια πριν να πάρει εξιτήριο αναρωτιόταν πως θα είναι το μέλλον της έξω από αυτό το κτίριο; Θα συνεχίζανε την προσπάθεια οι τρεις τους; Ήταν δυνατόν να επιτύχει μια τέτοια προσπάθεια; Μετά από τις εμπειρίες των τελευταίων ημερών;
Εκείνος ερχότανε όλες αυτές τις μέρες καθημερινά να την δει για λίγα λεπτά. Ήταν λυπημένος όταν την επισκεφτότανε. Στο μέτωπο βαθιές ρυτίδες, καινούργιες... Ήταν η κούραση, η δουλειά, το μωρό, η κλινική; Ήταν αγάπη αυτό που τον έφερνε στον σταθμό; Είχε τύψεις για την στάση του; Μπορούσε να κάνει όνειρα ότι εκείνος ακόμα την αγαπούσε;
Όχι δεν μπορούσε πλέον να βασίζει την ζωή της στη ελπίδα ότι θα τα καταφέρουν. Θα προσπαθήσει να βρει την άκρη, αλλά όχι για εκείνον, παρά για εκείνη. Για αυτήν και το παιδί. Και αν εκείνος θελήσει να τους κάνει παρέα, ευπρόσδεκτος, δεν θα τον διώξει, αλλά δε θα τον κυνηγά πλέον.
- Ποτέ πια. Ποτέ πια κανένα! ψιθύρισε στον εαυτό της ξαπλωμένη στο σκοτεινό δωμάτιο.
Ήταν οι τελευταίες λέξεις της.
Πριν προλάβει να τελειώσει τη πρόταση, μια έκρηξη τίναξε το κτίριο και μια εκτυφλωτική λάμψη τους τύλιξε.
Ο νεαρός του δωματίου Η27 έκανε τελικά το όνειρό του πραγματικότητα. Άφησε αυτήν την κόλαση και πήρε μαζί του στην επόμενη 82 άλλα άτομα συνολικά.
Η φωτιά δεν έκανε διαφορά ανάμεσα στους ασθενείς ή στο προσωπικό της κλινικής.
Στην πυροσβεστική παρέμεινε μόνον να ψάξει την αιτία της εκρήξεως στα ζεστά αχνίζοντα συντρίμμια του κτιρίου.
ΤΕΛΟΣ