31 Μαΐου 2006

Φτου, και αυτο στραβο μας βγηκε

Λέω, δεν πειράζει.
Λέω, μα καλά δύσκολο είναι;
Λέω, μην στεναχωριέσαι και μόνη μου τα καταφέρνω.
Λέω, δεν είμαι κοριτσάκι που να φοβάται μην του χαλάσει το μανικιούρ.
Λέω, λέω, λέω....

Κάνω, κάνω, κάνω
μερικά έρχονται βολικά
μερικά έρχονται δύσκολα
μερικά με βασανίζουν
μερικά με φοβίζουν, και τα αφήνω για αργότερα
μερικά γκρεμίζονται πάνω από το κεφάλι μου

Αργότερα θα κοκκετίζω με το γεγονός
αργότερα θα σκάω στα γέλια που ήμουν τόσο ηλίθια
αργότερα θα βάζω σκοπό να μην επαναλάβω τα επικίνδυνα
αργότερα θα παραβλέπω τα στραβά
αργότερα θα έχω συνηθίσει και αυτό το γκραζουνισμένο έπιπλο
αργότερα

Αλλά τώρα...
τώρα μου πονάνε οι καρποί από το βίδωμα
ενός ρολό που επιμένει να μην θέλει
να λάβει την θέση του εκεί που εγώ θεώρησα απαραίτητη.
Τώρα τρέχει η μύτη μετά το γοερό κλάμα
Ένα κλάμα που αντηχεί ιδιαίτερα δυνατά σε ένα άδειο διαμέρισμα.

Σε επιθύμησα πολύ
Είναι καιρός να ξαναγυρίσεις μωρό μου.
Ήθελα να τα έχω εδώ στην επιστροφή σου
όλα όμορφα.
Όλα όμορφα για σένα.
Αλλά τελικά νομίζω πως όταν γυρίσεις, μάλλον εσύ θα με ομορφύνεις ξανά.

Καληνύχτα μωρό μου και όνειρα γλυκά...

Ο καλος αγγελος ζητα βοηθεια (Ιστορια με την Μαρια Ριζου)

«Ξέρω τί θέλεις να μάθεις» απάντησε χαμογελαστά o καλός άγγελος μόλις άκουσε το όνομά του. «Ξέρω, αλλά δεν θα σου πω αν δε μου δώσεις πρώτα σε μια δικιά μου ερώτηση την σωστή απάντηση».
«Τότε σε ακούω, για πες. Είμαι όλο αυτιά» είπε η Μαρία Ρίζου ανταποδίδοντας το χαμόγελο.
Ήταν κάτι στιγμές σαν και αυτές που την έκαναν να θαυμάζει τον συνάδελφό της. Κάτι τέτοιες στιγμές, όταν αισθανόμενος την έντονη συναισθηματική πίεση που ασκούσε πάνω της μια υπόθεση, δεν επέλεγε να την αγνοήσει. Ούτε έκανε σχόλια του τύπου «όλα του επαγγέλματος είναι και ο καλός αστυνομικός δεν αφήνει να τον αγγίζουν». Έψαχνε αντίθετα ένα τρόπο για να δώσει μια διέξοδο στην πίεση. Δύο σημαντικά κατά την άποψη της Μαρίας Ρίζου προσόντα τον βοηθούσαν στην προσπάθειά του. Το χιούμορ και η καλή ψυχή του. Η Ρίζου ήξερε πως ακόμα και όταν αστειευόταν για τα πιο αισχρά και ανείπωτα εγκλήματα, δεν το έκανε από κακία, αναισθησία ή έλλειψη ανθρωπιάς. Απλά προσπαθούσε να κρατήσει μια ισορροπία μεταξύ αυτού που ένας άνθρωπος μπορεί να αντέξει και αυτού που του επιβάλλεται λόγω δουλειάς να αντιμετωπίσει. Ήξερε από τον εαυτό του πόσο δύσκολο του ήταν να βρίσκει πάντα την ισορροπία, για αυτό και δεν τσιγκουνευόταν με την συμπαράστασή του όταν έβλεπε τους άλλους να βρίσκονται στην μέση της δικιάς τους προσωπικής πάλης.
Kάτι τέτοιες στιγμές χαιρόταν που έτυχε να γνωριστούν, που είχε στην αστυνομία ένα φίλο με τον οποίο μπορούσαν να συζητάνε χωρίς ανταγωνισμούς ή αντιζηλίες οποιαδήποτε θέματα των υποθέσεων τους, τον οποίο ευχαρίστως καλούσε στο σπίτι της για ένα τσάι μέντας ή μια μπίρα, ανάλογα την εποχή.

«Προσέχεις; Γιατί είναι σημαντική η ερώτηση που θα κάνω και απόλυτα σημαντικό να την καταλάβεις. Λοιπόν...»
«Λοιπόν;» ρώτησε η Μαρία Ρίζου δήθεν ανυπόμονα.

«Θα σου απαντήσω μόνον, αν μου πεις αν είσαι διατεθειμένη να με βοηθήσεις σε αυτή την υπόθεση. Δεν εννοώ, ανεπίσημα όπως κάναμε μέχρι τώρα. Είχα σκοπό να ζητήσω από τον προϊστάμενο να μου παραχωρήσει ένα συνάδελφο για ενίσχυση, αλλά άμα δέχεσαι και έχεις χρόνο να ασχοληθείς θα αναφέρω κατευθείαν το όνομά σου. Σκέφτεσαι τη φάτσα που θα κάνει ο Νίκος Ματθαίος; Εκείνος που καίει ως προϊστάμενος να σου αποδείξει ότι χρειάζεσαι ανδρική βοήθεια. Με ένα σμπάρο χτυπάμε δυο τρυγόνια. Του δίνουμε να καταλάβει, πως όχι μόνον εσύ δεν χρειάζεσαι βοήθεια αλλά αντίθετα άλλοι ζητούν την δικιά σου. Άσε που σίγουρα δυο επιθεωρητές λύνουν μια υπόθεση στο μισό χρόνο» πρόσθεσε τελειώνοντας και της έκλεισε το μάτι.

«Σου έχω πει πόσο θαυμάζω τις μαθηματικές σου γνώσεις; Τιμή μου να συνεργαστώ με μια μαθηματική ευφυΐα σαν και εσένα, δεν νομίζω να έχει αντίρρηση ο Ματθαίος, έτσι και αλλιώς δεν ασχολούμαι αυτήν την στιγμή με τίποτε επείγον» αποκρίθηκε και ένιωσε την ένταση των πρόσφατων καταθλιπτικών εικόνων να απαλύνεται.

«Για πες λοιπόν, ενημερώσατε τον πατέρα των παιδιών; Που βρίσκεται; Είδαν οι γείτονες ξένα ή άλλα άτομα πέρα από την Βασιλική Λέκα και τα παιδιά της να μπαίνουν στο σπίτι; Είδαν να φεύγει κανείς αφού έπεσαν οι πυροβολισμοί; Είχαν καλές σχέσεις με την οικογένεια; Είναι αλήθεια σε θέση να τους θέσουμε ερωτήσεις; Έχεις τα ονόματα του μωρού και της μικρής;» απαρίθμησε η επιθεωρητής Ρίζου αυθόρμητα όλα τα ερωτηματικά που ετίθεντο σε αυτή την φάση της υπόθεσης. Όταν σταμάτησε δεν ήταν σίγουρη αν το έκανε επειδή δεν έχει τί άλλο να ρωτήσει, ή είχε μείνει απλά από αναπνοή.

«Δεν σου είπα πως ήξερα τί ήθελες να μάθεις; Λοιπόν, το μωρό ήταν 4 μηνών και δεν είχε ακόμα βαφτιστεί, όλοι τον λέγανε απλά μπέμπη αλλά οι γείτονες μας πληροφόρησαν ότι οι γονείς σχεδίαζαν να το ονόμαζαν Παναγιώτη. Η μικρή ήταν τριών χρόνων και λεγόταν Αιμιλία. Οι γείτονες βεβαίως και σοκαρίστηκαν αλλά προτίμησα να τους θέσω τώρα τις ερωτήσεις σχετικά με το συμβάν και να μην χάσω χρόνο περιμένοντας μέχρι αύριο. Το ξέρεις πως όσο είναι νωπά τα γεγονότα τόσο καλύτερα τα θυμάται κανείς και μπορεί να τα αποδώσει. Αργότερα είναι πολύ πιθανό να μπλέξει την πραγματικότητα με τυχόν ερωτήσεις περί αυτής, και μπορεί ένας μάρτυρας να φτάσει στο σημείο στο τέλος να πιστεύει ότι είδε άτομα εκεί που δεν ήταν, πως άκουσε κάτι που δεν ειπώθηκε, που έκανε κάτι που δεν συνέβη.»
«Καταλαβαίνω» είπε η Μαρία Ρίζου μηχανικά σημειώνοντας με ένα μολύβι τα ονόματα των παιδιών σε ένα μπλοκάκι που έβγαλε από την τσέπη της.
«Δεν υπήρχαν προβλήματα των γειτόνων με την οικογένεια, η οποία παρεμπιπτόντως αποτελείται, ή μάλλον αποτελείτο, από την μητέρα Βασιλική Λέκα, τον πατέρα Αλέξανδρο Λέκα και τα τρία παιδιά. Ο πατέρας των παιδιών βρίσκεται εδώ και μια εβδομάδα σε επαγγελματικό ταξίδι στην Ιταλία. Τον ειδοποιήσαμε στο κινητό και έρχεται με το πρώτο αεροπλάνο. Ασχολείται με εισαγωγές κρασιών και άλλων τροφίμων πολυτελείας. Οι γείτονες δεν είδαν κανέναν να μπαίνει στο σπίτι εκτός από την κοπέλα που προσέχει τα παιδιά, την γκουβερνάντα όπως θα λέγαμε εμείς όταν ήμασταν παιδιά....» πρόσθεσε ο συνάδελφος κάνοντας ένα σύντομο διάλειμμα χαμογελώντας, αλλά η Ρίζου δεν είχε πλέον διάθεση για αντιπερισπασμούς, περίμενε με ενδιαφέρον την τελευταία απάντηση.

«.... Κανένας από τους γείτονες δεν είδε κάποιον να φεύγει μετά από τους πυροβολισμούς, αλλά ούτε πριν. Αυτό σημαίνει ότι αν η κοπέλα που πρόσεχε τα παιδιά μπόρεσε να φύγει από το κτίριο χωρίς να την προσέξουν οι γείτονες, το ίδιο θα μπορούσε και να κάνει ο θύτης, εκτός και αν...» είπε ο Κωσταντινίδης πριν κάνει άλλη μια παύση, περιμένοντας έμμεσα να ακούσει από την συνάδελφό του τα πιθανά συμπεράσματα των σκέψεών του.

«Eκτός και αν η κοπέλα και ο θύτης είναι ένα και το ίδιο πρόσωπο, ή εκτός και αν ο θύτης παρέμεινε στο σπίτι. Αυτό θέλεις να πείς;» αναγκάστηκε να ρωτήσει η Μαρία Ρίζου παρόλο που θεωρούσε εντελώς απίθανο να αληθεύει η δεύτερή της υπόθεση για την ταυτότητα του θύτη. Ποτέ δε θα μπορούσε μια μητέρα να κάνει ένα τέτοιο κακό στα παιδιά της και το μυαλό της αρνείτο με έμφαση να δεχτεί μια τέτοια σκέψη.

...

29 Μαΐου 2006

Ο τοπος του εγκλήματος (Ιστορια με την Μαρια Ριζου)

«Εντάξει;» ρώτησε η Μαρία Ρίζου πριν κλείσει την πόρτα του αυτοκινήτου που θα μετέφερε τον μικρό Αλέξη στο νοσοκομείο και έλεγξε με το βλέμμα της πρώτα την αντίδραση του παιδιού και μετά της ψυχολόγου δίπλα του.
«Τότε στο καλό» πρόσθεσε, βλέποντας τις συγκαταβατικές ματιές τους.
Προσπάθησε να αποφύγει τον θόρυβο που κάνει η πόρτα κλείνοντας σπρώχνοντάς την μαλακά. Δεν τα κατάφερε και όταν ο χαρακτηριστικός και ξαφνικός γδούπος έκανε το παιδί να αναπηδήσει από το φόβο του, ένιωσε η Ρίζου μια απέραντη απογοήτευση και αίσθηση αδυναμίας να την κυριεύει.
...
«Όπως σου είπα στο τηλέφωνο» άρχισε ο Τίμος Κωσταντινίδης να εξηγεί αφού ενημερώθηκε από την επιθεωρητή για το ατύχημα στα φανάρια. «Μας καλέσανε οι γείτονες. Όπως βλέπεις σε αυτό τον δρόμο είναι μόνον σχετικά καινούργιες μονοκατοικίες. Τα μοντέρνα υλικά κατασκευής των κτιρίων, η σχετική απόσταση μεταξύ των μονοκατοικιών αλλά και τα φυτά και τα δέντρα που τα περικλείουν παρέχουν μια γενικά καλή ηχομόνωση. Με λίγα λόγια, οι γείτονες δεν είναι συνηθισμένοι στην φασαρία. Μας κάλεσαν λοιπόν από δυο διαφορετικά σπίτια, ο γείτονας στα αριστερά και η γειτόνισσα από την άλλη μεριά του δρόμου γιατί άκουσαν θόρυβο να έρχεται από μέσα από το σπίτι, φωνές και παιδικά κλάματα. Ο γείτονας έκοβε εκείνη την ώρα με το ψαλίδι κηπουρικής τα διαχωριστικά λιγούστρα, και η γειτόνισσα έβγαζε τα σκουπίδια. Στην αρχή δεν αξιολόγησαν το συμβάν αρνητικά, άλλωστε σχολίασαν το γεγονός ότι τα σημερινά παιδιά είναι πολύ ανυπάκουα και πραγματικά οι γονείς χρειάζονται όλα τα αποθέματα ενέργειάς τους για την διαπαιδαγώγηση. Όμως όταν ξαφνικά ακούστηκαν κραυγές και πυροβολισμοί κατάλαβαν ότι η κατάσταση είχε ξεπεράσει κάθε όριο. Φοβούμενοι για το τί θα αντιμετωπίσουν στο σπίτι, αντί να πάνε να βοηθήσουν εκεί, έτρεξαν στα σπίτια τους και πήραν τηλέφωνο την άμεση δράση. Φτάσαμε ταυτόχρονα με τα ασθενοφόρα. Το σπίτι είναι όπως βλέπεις άνω κάτω, την μητέρα την βρήκαμε στο υπνοδωμάτιο, το μωρό στην κούνια του, κάτω από ένα μεγάλο μαξιλάρι, και την μικρή στο μπάνιο. Στο σώμα της μητέρας υπάρχουν πληγές από δυο σφαίρες, το μωρό δεν είχε σημάδια κακοποίησης, αλλά στο λαιμό της μικρής φαίνονται καθαρά τα αποτυπώματα μιας μεγάλης παλάμης. Στείλαμε τα σώματα ήδη στο ιατροδικαστή, η σήμανση τέλειωσε με τα δωμάτια, θέλεις να ρήξεις και εσύ μια ματιά, έχεις χρόνο;»

Το υπνοδωμάτιο βρισκόταν στον πρώτο όροφο του σπιτιού. Η επιθεωρητής Μαρία Ρίζου δεν δυσκολεύτηκε να το βρει. Η ανοιχτή πόρτα του δωματίου που έβλεπε κανείς όταν στεκότανε στην κορυφή της σκάλας άφηνε ελεύθερη την θέα ενός άσπρου άστρωτου κρεβατιού με ματωμένα παπλώματα και σεντόνια. Δεν ήταν φανερό, αν η ανακατωσούρα στο δωμάτιο ήταν αποτέλεσμα πάλης δυο ατόμων, ή όχι. Τα συρτάρια του κομοδίνου ήταν αναποδογυρισμένα, η ντουλάπα ανοιγμένη και τα μισά ρούχα είχαν πέσει στο πάτωμα. Μερικά από αυτά είχαν ίχνη αίματος. Υπόλοιπα αίματος υπήρχαν στο ακουστικό του τηλεφώνου που ήταν πεσμένο στο πάτωμα στην δεξιά πλευρά του κρεβατιού, στον διακόπτη του ρεύματος και στα κουφώματα μιας δεύτερης πόρτας η οποία οδηγούσε σε ένα άλλο δωμάτιο προς στα δεξιά. Μπήκε μέσα και είδε ένα οβάλ καλάθι κρεμασμένο στο ταβάνι με τρία χοντρά σκοινιά, το οποίο θα πρέπει να χρησίμευε ως κούνια και κρεβάτι για το μωρό. Στο καλάθι δεν υπήρχε βεβαίως τίποτε άλλο από το στρωματάκι, αφού κατά πάσα περίπτωση το μαξιλάρι το οποίο είχε αναφέρει ο Τίμος Κωνσταντινίδης θα το είχε πάρει η σήμανση για ανάλυση. Αυτό το δωμάτιο δεν έδειχνε ακατάστατο. Τα προϊόντα για την καθημερινή περιποίηση του μωρού ήσαν τακτικά τοποθετημένα, στολισμένα θα έλεγε κανείς, πάνω στο κομοδίνο. Τα μικρά μαλακά παιχνιδάκια και ζωάκια βρισκόντουσαν σε άσπρα ράφια αναρτημένα γύρω γύρω στους τοίχους. Οι κουρτίνες, θαλασσιές με άσπρα συννεφάκια, ήταν ριγμένες συμμετρικά αριστερά και δεξιά του παραθύρου. Οι τοίχοι του δωματίου ήταν βαμμένοι θαλασσί, στο ίδιο χρώμα που ήταν και το χαλί πάνω στο ξύλινο παρκέ στο οποίο το μοτίβο με τα άσπρα συννεφάκια επαναλαμβανόταν. Το δωμάτιο ήταν ένας οπτικός παράδεισος, αλλά ξέροντας πως το μωράκι για το οποίο προοριζόταν δεν υπήρχε πλέον, της έκανε μια άδεια και κρύα αίσθηση.
Βγήκε από το δωμάτιο χρησιμοποιώντας μια δεύτερη πόρτα που την επανέφερε στο διάδρομο, άνοιξε την πρώτη πόρτα που βρήκε στα αριστερά της και μπήκε στο μπάνιο. Η μπανιέρα ήταν γεμάτη μέχρι την μέση με χρωματισμένο μπλε νερό. Στον πάτο της ήσαν αστερίες και ιππόκαμποι, μάλλον πλαστικοί, και στην επιφάνεια έπλεαν τρεις γοργόνες με ξανθά μαλλιά και ροζ ασημένια μπλουζάκια.
«Εδώ θα πρέπει να έπαιζε το δεύτερο παιδί, το κοριτσάκι» σκέφτηκε η επιθεωρητής και πάτησε, προσεκτικά ώστε να μην αφήσει δαχτυλικά αποτυπώματα, το play στο παιδικό κασετοφωνάκι που βρισκότανε στο πάτωμα μπροστά της. Χαρούμενα τραγούδια και παιδικές φωνές γέμισαν το μπάνιο. Αν η μικρή άκουγε κασετόφωνο παίζοντας, ήταν απίθανο να πήρε είδηση τυχόν φωνές ή καβγάδες από τα άλλα δωμάτια του σπιτιού και σίγουρα θα πρέπει να αιφνιδιάσθηκε από τους πυροβολισμούς. Και εδώ, αν εξαιρούσε κανείς την μπανιέρα και το κασετόφωνο μοιάζανε όλα στην θέση τους.

Περιεργάστηκε τα άλλα δωμάτια του ορόφου. Το παιδικό στην άλλη πλευρά του διαδρόμου, εκεί που βρισκόταν η ντουλάπα στην οποία κρύφτηκε ο μεγάλος γιος της οικογένειας και ένα μικρότερο μπάνιο με ντουζιέρα. Κατέβηκε την σκάλα και βρέθηκε στην κουζίνα, ποτήρια νερού στον νεροχύτη, περιοδικά, νερομπογιές και φύλλα χαρτί με ζωγραφιές στο τραπέζι. Η πόρτα του πλυντηρίου πιάτων μισάνοιχτη, τα καθαρά πιατικά και μαχαιροπίρουνα από μέσα αχνίζανε ακόμα. Υπόλοιπα αίματος στο χερούλι του.
Αναρωτήθηκε αν αλήθεια η Βασιλική Λέκα έμενε μόνη στο σπίτι με τα παιδιά της. Στο καθιστικό βρήκε μια μεγεθυμένη φωτογραφία της οικογένειας. 5 άτομα, γυναίκα, άνδρας 2 μικρά παιδιά και ένα μωρό. Ο σύζυγος; Μάλλον... Έπρεπε να ρωτήσει τον καλό της άγγελο αν έχει ενημερωθεί ο πατέρας τον παιδιών και αν οι γείτονες είδαν κάποιον να φεύγει από το σπίτι μετά τους πυροβολισμούς.
«Tίμο, να σε ρωτήσω κάτι....»

...

28 Μαΐου 2006

Η ιστορια ψαχνει...

Η ιστορία ψάχνει την συνέχειά της.
Αντί για αυτή βρίσκει την ομορφιά.
Schönheit
Την βλέπει η ViSta και συλλογίζεται...
Ανοίξετε μάτια να δεχθείτε την θέα.
Ανοίξτε αυτιά να ακούσετε τα πουλάκια.
Άνοιξε μυαλό να δεχτείς την ιστορία...

Kαληνύχτα :-)

27 Μαΐου 2006

Το παιδι μες τη ντουλαπα (Ιστορια με την Μαρια Ριζου)

«Λυπάμαι επιθεωρητά, αλλά οι επισκευές δεν έχουν νόημα για ένα αυτοκίνητο τέτοιας ηλικίας και με τα χιλιόμετρα που έχει κάνει. Καλό θα είναι να αρχίσετε να κάνετε σκέψεις για το πως θα το αντικαταστήσετε. Άμα θέλετε μπορούμε να σας δώσουμε ένα υπηρεσιακό μέχρι να αποφασίσετε τί θα κάνετε με το δικό σας, για να δω, τί είναι ελεύθερο αυτή την στιγμή...» είπε ο υπάλληλος του τεχνικού τμήματος της αστυνομίας καθώς διάβαζε μια λίστα. Η Μαρία Ρίζου προτίμησε να φέρει το polo της στην σήμανση αντί στο συνεργείο. Σκέφτηκε πως οι συνάδελφοι είχαν τις απαραίτητες γνώσεις να την πληροφορήσουν για την πραγματική κατάστασή του και δεν είχαν κίνητρο να θέλουν να την παρακινήσουν σε μια καινούργια αγορά, αν αυτή δεν ήταν απολύτως απαραίτητη. Αναρωτήθηκε που θα έπρεπε να πάει να κοιτάξει άμα πραγματικά θα χρειαζόταν να αγοράσει ένα άλλο αυτοκίνητο. Το όνομα του Αριστοτέλη Μαύρου ήρθε πρώτο στο μυαλό της, ενός μηχανικού με μάντρα πωλήσεων και αγορών αυτοκινήτων που είχε γνωρίσει ερευνώντας τις συνθήκες και τα αίτια του θανάτου μιας νηπιαγωγού. Δεν τον είχε σε καλή ανάμνηση. Ναι μεν δεν ήταν αυτός ο δολοφόνος αλλά η άρνησή του να συνεργαστεί για την διαλεύκανση της υπόθεσης, καθώς και κάποια άλλα μικρότερα «παραπατήματά» του, που ενδιέφεραν την αστυνομία οικονομικών εγκλημάτων, την έκαναν να μην τον πολυσυμπαθεί. Από την άλλη όμως, better the devil you know, θύμισε στον εαυτό της. Σίγουρα δεν θα τολμούσε να την γελάσει. Ποιός θα ήταν τόσο ηλίθιος και θα προσπαθούσε να γελάσει ένα αστυνομικό; Πόσο μάλλον κάποιος που την είχε γνωρίσει κατά την διάρκεια μιας υπόθεσης, είχε υποστεί την ανάκρισή της και ήξερε ότι θα μπορούσε να έβαζε την σήμανση να ελέγξει το αυτοκίνητο για να σιγουρευτεί ότι δεν υπήρχε το ελάχιστο πρόβλημα. Ναι έτσι θα έκανε, όσο το σκεφτότανε τόσο πιο σίγουρη γινόταν για την ορθότητα της απόφασής της. Πήρε τα κλειδιά ενός Opel Vectra που της πρότειναν και κατευθύνθηκε προς το γραφείο της. Ήταν περίεργη τί θα μάθαινε από την τροχαία για την κάτοχο του Chrysler.
«Καλημέρα, επιθεωρητής Ρίζου στο ακουστικό, όλα καλά με την κάτοχο του αυτοκινήτου που σας ζήτησα να ελέγξετε;» ρώτησε.
...
«Πώς; Α ωραία. Σας ευχαριστώ πολύ και καλή σας μέρα» είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.
Το όνομα και η διεύθυνση συμπίπταν λοιπόν με αυτά από την κάρτα της γυναίκας. Η Ρίζου αναρωτιόταν τί θα έπρεπε να κάνει. Κανονικά αφού προκάλεσε ένα ατύχημα με υλικές ζημιές θα έπρεπε να ενημερώσει την ασφάλεια. Η Βασιλική Λέκα, έτσι λεγόταν η ιδιοκτήτρια του Chrysler, της πρότεινε λεφτά, αναγνώρισε με αυτόν τον τρόπο ότι για το ατύχημα ήταν εκείνη υπεύθυνη. Άμα η ασφάλεια όμως το μάθαινε θα της ανέβαζε τα ασφάλιστρα, άσε που τα έξοδα του Chrysler θα τα πλήρωνε όλα μόνη της. Το καινούργιο αυτοκίνητο έτσι και αλλιώς.
Αν όμως δεν το δήλωνε, αν συνεννοούνταν με την Λέκα χωρίς ασφάλειες ίσως βρίσκανε μια πιο οικονομική λύση. Επέλεξε να την πάρει τηλέφωνο. Σχημάτισε το νούμερο και το άφησε να χτυπήσει 8 φορές. Έκανε την κίνηση να το κλείσει όταν άκουσε μια ανδρική φωνή να απαντά... «Επιθεωρητής Τίμος Κωσταντινίδης, Εγκληματολογικό Αθήνας ποιός είναι στο ακουστικό;»
«Τίμο εσύ; ... Πώς; Η Μαρία είμαι, Μαρία Ρίζου, με την Βασιλική Λέκα ήθελα να μιλήσω. Συνέβη τίποτε;» απάντησε εντελώς σαστισμένη στον «καλό της άγγελο».
Έτσι ονόμαζε τον συνάδελφο Τίμο Κωσταντινίδη, ένα από τους αστυνομικούς του τμήματος στο οποίο δούλευε και με τον οποίο συνεργαζόταν συχνά και ευχαρίστως.
«Μαρία... τί έκπληξη... την ήξερες την οικογένεια; Λυπάμαι αλλά η Βασιλική Λέκα είναι νεκρή μαζί με δύο από τα παιδιά της. Μας καλέσαν οι γείτονες γιατί ακούσανε πυροβολισμούς και κραυγές. Μήπως μπορείς να έρθεις; Το τρίτο παιδί της κατάφερε να κρυφτεί σε μια ντουλάπα, αλλά έχει πάθει, όπως είναι φυσικό, σοκ και δεν μας αφήνει να το αγγίξουμε ή να το εξετάσει η γιατρός. Θα μπορούσες εσύ, να μας βοηθήσεις; Ίσως εσύ ως μητέρα να μπορείς να βρεις τρόπο να επικοινωνήσεις μαζί του. Τί λές;»
«Σε μισή ώρα θα είμαι εκεί» είπε η επιθεωρητής Ρίζου, σηκώθηκε από την καρέκλα του γραφείου της, έλεγξε τα κλειδιά του opel στην τσέπη της και ήλπισε να μην χασομερήσει ψάχνοντάς το ανάμεσα στα άλλα παρκαρισμένα αυτοκίνητα της αστυνομίας μπροστά στο τμήμα.

Το παιδί, ένα ξανθό και όμορφο αγοράκι 6 χρονών, βρισκόταν ακόμα στο παιδικό δωμάτιο. Κανείς δεν τόλμησε, ή μήπως δεν τα κατάφερε να το βγάλει έξω, και έτσι καθόταν κρατώντας σφιχτά αγκαλιασμένα τα πόδια προς το σώμα του μέσα στην ανοιχτή ντουλάπα, ανάμεσα στα ρούχα που πέφταν αριστερά και δεξιά του και κοιτούσε χλωμό και αμίλητο τα γόνατά του. Η θέα του έκανε την καρδιά της Μαρίας Ρίζου να σφιχτεί. Πάντα είχε πρόβλημα να αντιμετωπίσει την βία και το έγκλημα αν αυτό κατευθυνότανε σε ανυπεράσπιστα παιδιά, αλλά από τότε που έγινε μητέρα μιας πανέμορφης μικρής, της Κατερινούλας της, της είχε γίνει ιδιαίτερα δύσκολο.
«Αλέξη...» άρχισε η Ρίζου με χαμηλωμένη φωνή, «μπορώ να καθίσω δίπλα σου;»
Χωρίς να απελευθερώσει τα πόδια από τα χέρια του, κούνησε το παιδί καταφατικά το κεφάλι.
Η επιθεωρητής έκανε λίγο χώρο στα ρούχα και κάθισε στα αριστερά του μέσα στην ντουλάπα.
Θα ήταν μια από την πιο δύσκολες στιγμές της καριέρας της ως αστυνομικός, αλλά ήταν διατεθειμένη να βάλει τα μέγιστα δυνατά της και να βοηθήσει το αγοράκι να ξεπεράσει αυτή την τραγική στιγμή. Όμως πως μπορούσε αλήθεια να παρηγορήσει ένα εξάχρονο που έχει χάσει τα πάντα στην ζωή του; Γιατί το παιδί είχε καταλάβει πως δεν θα ξανάβλεπε ποτέ ζωντανούς την μητέρα και τα αδέρφια του και τίποτε δεν θα ήταν πλέον το ίδιο όπως πριν.
....

26 Μαΐου 2006

To ατυχημα (Ιστορια με την Μαρια Ριζου)

Ήταν μια από αυτές τις βροχερές ημέρες του Σεπτέμβρη, με τον γκρίζο ουρανό και τις χαμηλές θερμοκρασίες του όταν η επιθεωρητής Μαρία Ρίζου προσπαθούσε να ανοίξει βιαστικά την πόρτα του θαλασσί polo. Το κλειδί μάγκωνε στην κλειδωνιά του 13άχρονου αυτοκινήτου, κάτι που ακριβώς εκείνη την στιγμή δεν της ερχόταν βολικό, αλλά τι και αν έπεφταν λίγες σταγόνες βροχής παραπάνω; Ήδη ήταν πλέον μουσκεμένη μέχρι τα εσώρουχα, όμως ανησυχούσε μήπως λερωνόταν το δώρο που είχε αγοράσει για τον Γιώργο. Πέταξε την τσάντα της στα πίσω καθίσματα, έβγαλε με προσοχή το πακετάκι από την εσωτερική τσέπη του άνοράκ της και αφού βεβαιώθηκε πως είχε παραμείνει στεγνό το άφησε με προσοχή στο άδειο κάθισμα του συνοδηγού στα δεξιά της. Άναψε την μηχανή, έδεσε την ζώνη της, καθάρισε με τους υαλοκαθαριστήρες, έστω και προσωρινά, την θέα προς τα μπροστά, πίσω δεν την ενδιέφερε εκείνη την στιγμή, έβαλε φλας και όταν άδειασε ο δρόμος ξεκίνησε. Ενστικτωδώς έλεγξε με τα μάτια της αν το πακετάκι με το δώρο ήταν ακόμα δίπλα της. Θα του άρεσε, ήταν σίγουρη πως βρήκε κάτι που πραγματικά τον ενδιέφερε. Χαμογέλασε. Η ιδέα και μόνη της στιγμής που θα το άνοιγε της έφτιαχνε την διάθεση. Ο Γιώργος είχε μια σημαντική θέση στην ζωή της, με αυτό το δώρο ήθελε να του δείξει πόσο σημαντική πραγματικά ήταν. Αναλογίστηκε τα δώρα που είχε ανταλλάξει με τον Δημήτρη όσο ήσαν οι δυο τους ζευγάρι και βιάστηκε να κόψει τον συλλογισμό. Είχε αποφασίσει να μην κάνει συγκρίσεις, ούτε μεταξύ των ανθρώπων, ούτε μεταξύ των σχέσεων, ούτε μεταξύ των συναισθημάτων. Οι συγκρίσεις δεν είχαν νόημα και δεν ήταν δίκαιες, για κανέναν και για τίποτε.
Είχε κίνηση στον δρόμο, η πυκνή βροχή δυσκόλευε την θέα αναγκάζοντας τους οδηγούς να χαλινώσουν την ταχύτητα των αυτοκινήτων τους και τα κόκκινα φώτα των φρένων όσο περίμεναν στο φανάρι μπροστά της αντανακλώντο στις χοντρές σταγόνες στο παρμπρίζ. Πόσο θα ήθελε η Ρίζου να είναι ζωγράφος για να μπορούσε να ζωγραφήσει τα χρώματα εκείνης της στιγμής; Και αν δεν τα κατάφερνε με τα χρώματα, τουλάχιστον να μπορούσε να επαναφέρει την αίσθηση που της έκαναν όλες αυτές οι πυκνόρρευστες φόρμες χωρίς καθαρά όρια που δεν ήταν φανερό που αρχίζει η μία και που τελείωνε η άλλη. Ένα κορνάρισμα έδωσε ένα ξαφνικό τέλος στην ονειροπολεία της στιγμής, η Μαρία Ρίζου έβαλε μηχανικά μπρος και κλάσματα δευτερολέπτων αργότερα ένιωσε το αυτοκίνητο της να σταματά την κίνησή του με ένα απότομο τράνταγμα. Δεν ήταν το δικό της φανάρι που είχε αλλάξει, δεν της είχαν κορνάρει για να προχωρήσει. Αργότερα θα μάθαινε πως απλά ο οδηγός ενός νοικιασμένου φορτηγού στην προσπάθειά του να φλερτάρει την οδηγό μιας μηχανής πολλών κυβικών προτίμησε να χρησιμοποιήσει το κλάξον μη βρίσκοντας στα γρήγορα άλλο τρόπο για να εκφράσει το ενδιαφέρον του.

«Είστε καλά;» ρώτησε η Μαρία Ρίζου την νεαρή οδηγό του μπροστινού αυτοκινήτου, ενός chrysler cruiser στο οποίο είχε κολλήσει το polo της προφυλακτήρα με προφυλακτήρα.
«Μα δεν μπορείτε να προσέχετε; Πού μάθατε να οδηγάτε;» ήταν η απάντηση της κοπέλας με εμφανή ταραχή.

«Να καλέσουμε ασθενοφόρο; Είστε καλά; Ή μπορούμε να βάλουμε τα αυτοκίνητα στην άκρη του δρόμου να μην ενοχλούμε την κίνηση;» είπε η Ρίζου και διάλεξε να αγνοήσει την ερώτηση ξέροντας πως για την ασφάλεια ήταν σημαντικό να μην αναγνωρίσει πως το ατύχημα οφείλεται σε δικό της λάθος.
«Ασθενοφόρο; Όχι, όχι δεν χρειάζεται, δεν έγινε και τίποτε άλλωστε... Ορίστε η κάρτα μου» είπε και βιάστηκε να βάλει ξανά μπρος την μηχανή του αυτοκινήτου της.
«Πάρτε με τηλέφωνο και σαν στέλνω 500 Ευρώ για ένα καινούργιο προφυλακτήρα»

Η Μαρία Ρίζου κοιτούσε με απορία μια την κάρτα, μια το αυτοκίνητο που απομακρυνόταν με ολοένα και μεγαλύτερη ταχύτητα. Ήταν δυνατόν να είπε 500 Ευρώ; Μπορεί το Chrysler να είχε λόγο κατασκευής μόνον μια μικρή γρατζουνιά στον βαμμένο προφυλακτήρα, η μπροστινή πλευρά του polo της όμως είχε ένα σημαντικό βαθούλωμα προς τα μέσα και από μπροστά έτρεχαν υγρά, μάλλον από το ψυγείο. Όπως και να είχε ήταν δικιά της η ευθύνη. Αναρωτιόταν όμως πως και η νεαρή κοπέλα της πρότεινε λεφτά για κάτι που δεν προκάλεσε η ίδια; Κάτι δεν πήγαινε καλά. Μήπως χτύπησε στο τράνταγμα; Βρισκόταν σε κατάσταση σοκ; Σε αυτήν την περίπτωση δεν επιτρεπόταν να συνεχίσει να οδηγεί. Κοίταξε ξανά το Chrysler και την πινακίδα του. Έπρεπε να τη συγκρατήσει στο μυαλό της μέχρι να βρει ένα κομμάτι χαρτί να σημειώσει το περιεχόμενό της.
ΥΓΑ 8966. Σχημάτισε τον αριθμό της τροχαίας, έδωσε τα στοιχεία του αυτοκινήτου, έβαλε μπρος και συνειδητοποίησε ότι με εκείνο τα αυτοκίνητο δεν μπορούσε να πάει πουθενά αλλού παρά μέχρι το πιο κοντινό πεζοδρόμιο. Ήλπιζε το αυτοκινητάκι της να τα κατάφερνε και να ξεπέρναγε και αυτό το ατύχημα. Πήρε την ομπρέλα της από το πορτμπαγκάζ, έβαλε προσεκτικά το δώρο πίσω στην εσωτερική τσέπη του άνορακ και κατευθύνθηκε προς την επόμενη στάση του λεωφορείου. Σαράντα λεπτά αργότερα βρισκόταν στο σπίτι της, το ζεστό νερό της ντουζιέρας έπεφτε στο μέτωπό της όσο προσπαθούσε νοερά να βρει κάποιον που θα μπορούσε να ρυμουλκήσει το ακινητοποιημένο αυτοκίνητό της μέχρι στο συνεργείο. Ή μήπως ήταν για το polo της όλα πλέον αργά και ούτε το συνεργείο δεν θα μπορούσε να το βοηθήσει;

...

Η Φανή (Iστορια)

Η Φανή ήταν ένα περίεργο κορίτσι. Ένα από αυτά που όλοι θα αγαπούσαν αν άφηνε τον εαυτό της να αγαπηθεί. Αν έδειχνε πως είναι μέσα της. Αν έδειχνε πως κατά βάση είναι ένα χαρούμενο κορίτσι. Αν έδειχνε τα ενδιαφέροντά της. Αν μίλαγε. Αν χαμογελούσε. Αν τους κοίταζε στα μάτια. Όμως η Φανή δεν κοιτούσε κανέναν στα μάτια, προτιμούσε να τα κλείνει προς το πάτωμα. Ήλπιζε πως αν δεν έβλεπε τον κόσμο, θα μπορούσε να περάσει και εκείνη με την σειρά της απαρατήρητη τον διάδρομο της πολυκατοικίας, στους δρόμους, στην δουλειά, στο σουπερμάρκετ. Είχε δει κάποτε μια ταινία, όπου κάποιος είχε ανακαλύψει μια χημική ουσία με την ιδιότητα να κάνει πράγματα αόρατα. Την μάγεψε η ιδέα... Πόσο θα ήθελε να μπορούσε και εκείνη να γίνει αόρατη; Να μην νιώθει καθημερινά τα σκληρά ανθρώπινα μάτια όλων γύρω της; Όλων αυτών που υποτίθεται ότι ενδιαφέρονταν για εκείνη, που έλεγαν ότι την νοιάζονταν, ότι την αγαπούσαν αλλά την απέρριπταν με τα ψευτοευγενικά χαμόγελα και σχόλιά τους. «Γιατί δεν χτενίζεις λίγο τα μαλλιά σου; Πόσο όμορφη θα ήσουν αν πρόσεχες λίγο παραπάνω τον εαυτό σου; Δεν ξέρεις πόσο με στεναχωρεί που δεν παίρνεις πρωτοβουλία να αλλάξεις κάτι στην ζωή σου, άμα δεν σε ευχαριστεί».
Μετά χαράς θα έπαιρνε πρωτοβουλία, μετά χαράς να άλλαζε την ζωή της, μακάρι να μπορούσε να γίνει αόρατη. Υπήρχε πιο μεγάλη αλλαγή από αυτή του να μην σε βλέπουν οι άλλοι γύρω σου; Να μπορείς να περνάς απαρατήρητη στην ουρά για τα εισιτήρια του σινεμά, τρέχοντας στον ιμάντα του γυμναστηρίου, στην μικρή κουζινίτσα της εταιρίας κατά την διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος, στο εβδομαδιαίο meeting, στην πίστα μιας ντισκοτέκ. Θα μπορούσε να κάνει ότι ήθελε, να βρίσκεται όπου ήθελε, χωρίς να ανησυχεί για την ώρα και την στιγμή, για το αν επιτρεπόταν, για το αν είναι ντυμένη κατάλληλα, για το τι θα λέγανε οι άλλοι αν την βλέπανε εκεί.
Πόσο θα της άρεσε να πήγαινε σε μια ντισκοτέκ, χωρίς να έχει την έννοια των άλλων, να χόρευε στην μέση της πίστας, να κινήτο στον ρυθμό της μουσικής. Μίας κατά προτίμηση δυνατής εκφαντικής μουσικής και να νιώθει τα μπάσα να χτυπάνε κατευθείαν στο στομάχι της. Στο σπίτι της δεν τολμούσε να βάλει δυνατά την μουσική. Η γειτόνισσα με το νεογέννητο μωρό της την είχε προειδοποιήσει πως χρειάζεται απόλυτη ησυχία, ο κύριος στον κάτω όροφο είχε ήδη απειλήσει να καλέσει την αστυνομία όταν κάποτε από το τράνταγμα που προκάλεσαν τα βήματά της, έπεσαν δυο κόκκοι σκόνης στο πιάτο της σούπας του από το φωτιστικό του. Ο δε ιδιοκτήτης του διαμερίσματος είχε βάλει όρο στο συμβόλαιο του ενοικιαστηρίου να μην έχει στερεοφωνικό και η στάθμη του ραδιοφώνου να είναι πάντα χαμηλή.

Η Φανή όμως δεν ήταν τόσο υπάκουη όσο φαινόταν. Φαινόταν άραγε; Ναι δυστυχώς φαινόταν ακόμα, τί τραγική απόφαση αλήθεια να της δώσουνε ένα τέτοιο όνομα στην βάφτιση, αλλά προσπαθούσε και έβαζε τα δυνατά της άμα δεν μπορούσε να γίνει αόρατη να μην ακούγεται τουλάχιστον. Αγόρασε ακουστικά, τα συνέδεσε σε ένα μίνι στερεοφωνικό, το οποίο προκειμένου να το φέρει στο διαμέρισμα χωρίς να το δει κανείς, το έκρυψε σε μια πλαστική σακούλα για κατεψυγμένα είδη, άνοιγε την μουσική στο τέρμα, τραβούσε το χοντρό χαλί ακριβώς κάτω από το κούφωμα της πόρτας του μπάνιου, εκεί που ήταν το πιο σταθερό σημείο του πατώματος, έβαζε μαλακά παπούτσια και χόρευε με τα ακουστικά στα αυτιά αποφεύγοντας να προκαλέσει τον παραμικρό ήχο. Καθόλη την διάρκεια του χορού, χαμήλωνε τον ρυθμό της αναπνοής της, πρόσεχε να μην εκπνέει με θόρυβο, να μην σφυρίζουν οι πνεύμονες κατά την εισπνοή. Ήταν ιδιαίτερα δύσκολη η προσπάθειά της. Το άσθμα της επιδεινώνονταν αισθητά όταν κουραζόταν, όμως δεν θα άφηνε να την σταματήσουν τέτοια ψιλοπράγματα όπως μια αρρώστια ή μια ευαισθησία του αναπνευστικού συστήματος από το να πραγματοποιήσει τα σχέδιά της.

Μια μέρα, εκεί που χόρευε για πολλοστή φορά στις οικείες μελωδίες του Paolo Conte, σε ένα σημείο όπου το κομμάτι ανταγωνιζόταν την πρόθεσή της για την απόλυτη σιγή, μια εξωτερική σιγή παρόλη την μουσική, παρόλη την κίνηση του χορού της, παρόλο τον μαλακό ήχο της φωνής και των μουσικών οργάνων, της πέρασε για πρώτη φορά στην ζωή της από το μυαλό πως δεν υπήρχε λόγος να προσπαθεί να κρυφτεί. Γιατί και για ποιόν; Γιατί να ασχολείται με τους άλλους, γιατί να την ενδιαφέρει αν την βλέπουν, αν την ακούν, αν συμφωνούν με αυτά που κάνει, με ότι λέει, με αυτά μου που της αρέσουν, με αυτά που την απασχολούν, με ότι της είναι σημαντικό. Γιατί να αλλάξει εκείνη;
Και ήταν θέμα ανταγωνισμού; Είτε εκείνη θα άλλαζε, είτε ο κόσμος; Γιατί να μην υπήρχε τρόπος συνύπαρξης; Ο κόσμος ήταν τόσο μεγάλος, που είχε χώρο και για αυτούς που ακολουθούν το δρόμο της πλειοψηφίας, αλλά και για τους λίγους που δεν μπορούν παρά να διαφέρουν. Είχε πλέον καταλάβει πως δεν ήταν θέμα επιλογής, παρά θέμα φύσης. Ήταν «αλλιώς». Επιτέλους συνειδητοποίησε πώς ήταν πάντα έτσι διαφορετική. Δεν υπήρχε ένας συγκεκριμένος λόγος, δεν ήταν αρετή η διαφορά της, ούτε και μειονέκτημα. Δεν είχε συμβεί κάτι λάθος στην ζωή της, δεν ήταν αποτέλεσμα κακών επιρροών φίλων ή γνωστών, δεν «ξέχασε» να βρει τον εαυτό της κατά την διάρκεια της εφηβείας. Ήταν απλά και μόνον αλλιώτικη από τα άλλα αδέρφια της, αλλιώτικη από τους άλλους αθλητές στον γυμναστικό όμιλο, αλλιώτικη από τους άλλους μαθητές στο γυμνάσιο, από τους άλλους φοιτητές, από τους άλλους υπαλλήλους, από τους άλλους ενοικιαστές, από τους άλλους πολίτες. Ήταν αλλιώτικη από τους άλλους χορευτές, από τους άλλους ακροατές, από τους άλλους θεατές, από τους άλλους καταναλωτές. Ήταν «αλλιώς», αλλά ακριβώς λόγω της διαφοράς της ήταν ένα ιδιαίτερο κομμάτι αυτού του κόσμου. Γιατί τί θα γινότανε άμα δεν υπήρχαν όλοι αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι; Τί θα γινότανε άμα όλοι ακολουθούσαν το ίδιο δρόμο, την ίδια κατεύθυνση, ανεξάρτητα αν ήταν της επιλογής τους, ή δρούσαν ωθημένοι από άλλους, από μια εξωτερική πηγή, μια προπαγάνδα, διαφήμιση , την κοινή λογική. Αν όλα θα μπορούσαν να προβλεφθούν, αν για όλα υπήρχε μια και μόνον απάντηση; Αν όλα κινούνταν με τους ίδιους ρυθμούς, άμα τίποτε δεν ξάφνιαζε, άμα τίποτε δεν προσπαθούσε να κολυμπήσει αντίθετα στο ρεύμα, άμα υπήρχε μία μόνον τάξη;

Aστυνομικο μυθιστορημα (III)

Οταν οι καλοι αγγελοι χρειαζονται βοηθεια
Αστυνομική ιστορία με την Μαρία Ρίζου

1. To ατυχημα
2. Το παιδι μες τη ντουλαπα
3. Ο τοπος του εγκλήματος
4. Ο καλος αγγελος ζητα βοηθεια
5. Αποσταση μεταξυ θεωριας και πραξης
6. Η εκδοχη της Εlenas
7. Επισκεψη στο αστυνομικο τμημα
8. Μπλε και κόκκινο
9. Παράλογος και άσχημος κόσμος
10. Οπτική εντύπωση
...


Copyright Information: ViSta / Mάΐος-Ioύλιος 2006 - http://vistam.blogspot.com

24 Μαΐου 2006

Το κατάστημα...

Το κατάστημα θα παραμείνει σήμερα κλειστό λόγω....
ΚΡΥΟΥ.
Δεν καταλαβαίνω πως και γιατί, αλλά παρόλο το αναμένο καλοριφέρ κάνει φοβερό κρύο. Μήπως η θέρμανση χρειάζεται ρύθμινση; Μήπως απλά εξαέρωση;
Μπρρρρρ....
Καληνύχτα και τρέχω να χωθώ κάτω από το παπλωματάκι :-)

ΥΓ. Έξω βρέχει πάλι καταρακτωδώς. Τί μήνα είπαμε πως έχουμε; Μάη; Σίγουρα δεν είναι Οκτώβρης;

7 γραμμες

Not_ready_yet
Και να που ο πληθυσμός
στο Hilden αυξήθηκε ξαφνικά κατά
δύο άτομα.
Την ViSta και τον κανακάρη της
Για λίγες μέρες ένα διαμέρισμα
στο Düsseldorf θα παραμείνει άδειο
Και σε άλλο αρχίζει μια καινούργια ζωή. Καλή τύχη!

22 Μαΐου 2006

Γεματη μερα

Συνάντηση σήμερα γονέων στο καινούργιο νηπιαγωγείο.
Χρειάστηκα δυο τηλεφωνήματα στον συνάδελφο μέχρι να βεβαιωθώ για την ακριβή ώρα. Την ξέχασα ενδιάμεσα...
Ευτυχώς έγκαιρα θυμήθηκα ότι ήταν σήμερα...
Ευτυχώς ο συνάδελφος σήκωσε το τηλέφωνο και κοίταξε στο ανάλογο ηλεκτρονικό ημερολόγιο.
Ευτυχώς είναι όλα κοντά.
Ευτυχώς είναι οι νηπιαγωγοί καλοί, έχουν πρόγραμμα, άποψη και από ότι φαίνεται «κολλά η χημεία μας».
To κτίριο δεν είναι τόσο καινούργιο όσο του προηγούμενου νηπιαγωγείου, αλλά τί τα θές; Άμα απασχολούνται περισσότερο με τα παιδιά, μετρά σίγουρα περισσότερο από έπιπλα του κουτιού.

Χαίρομαι που θα πάει ο Οδυσσούλης εκεί. Εύχομαι να του αρέσει. Είμαι σίγουρη ότι θα του κάνει καλό.

Χαίρομαι και ψάχνω το στρωματάκι μου στο πάτωμα, προκειμένου να ξεκουραστούν οι πιασμένοι μυς μου. Το κόκαλά μου πονάνε από την έντονη σωματική δουλειά. Ή είναι τα χτυπηματάκια από έπιπλα που δεν «υπάκουσαν» κατά την συναρμολόγηση, και έπεσαν πάνω μου όσο έστηνα π.χ. την ντουλάπα ή τις ραφιέρες μόνη μου;

View out of the window
Η θέα έξω από το παράθυρό μου...

Μια γεμάτη και καλή μέρα βρίσκει το τέλος της.
Καληνύχτα :-)

21 Μαΐου 2006

Μάνα ύπαρχει μόνον μία


Ή όπως λένε οι Ιταλοί...
la mama è sempre la mama!

Χρόνια πολλά για την γιορτή σας μανούλα :-)

20 Μαΐου 2006

Στο σπιτι σου εισαι, αμα...


Στο σπίτι σου είσαι άμα έχεις βάλει το ραδιόφωνο στην μπρίζα.
Άμα έχεις συνδέσει την κουζίνα.
Άμα το ψυγείο ζουζουνίζει.
Άμα το πλυντήριο έχει νερό και ξέρει που να πετάξει το βρόμικο.
Άμα έχεις ένα τηλέφωνο, έστω και δανεικό, για να πάρεις την αδερφή σου να μην ανησυχεί.
Άμα στέκονται οι ραφιέρες στην θέση τους,
Άμα στα πρεβάζια των παραθύρων βρήσκονται γλάστρες.
Άμα έχεις ίντερνετ, πάλι έστω και δανεικό, για να κοιτάξεις στο blog σου...


Mια τεράστια και χαμογελαστή καλησπέρα από το καινούργιο διαμέρισμα
:-)
...Πάω να ταξινομήσω τα βιβλία στα ράφια...

19 Μαΐου 2006

Μετά την βροχή

Τί απελευθερωτική αίσθηση που δίνει μερικές φορές μια καθαρτική βροχή;
Που ξέπλυνε σκόνες.
Που δρόσισε κολλημένα μυαλά.
Που ξανάδωσε την ανταύγεια στη σκέψη...

Την ανταύγεια που χρειάζεται κανείς για να δεχτεί μέσα του όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου.
Προκειμένου να ανακτήσει την διάθεση για καινούργια παιχνίδια του μυαλού.
Για να απελευθερώσει την περιέργειά του.
Να αναρωτηθεί ξανά...
Πού άραγε καταλήγει το ουράνιο τόξο;
Πού αρχίζει;
Έχουν γεύση τα χρώματά του;
Υφή;
Πώς καταφέρνει να σαγηνεύει ξανά και ξανά;
Mπορεί κάτι γνωστό και οικείο, να είναι συνάμα ανεπανάληπτο;


Μπορεί, ναι μπορεί...
Καλημέρα μωρό μου :-)

Καλημέρα blog...

18 Μαΐου 2006

Όταν λείπει η βαλβίδα εκτόνωσης

Όταν λείπει η βαλβίδα εκτόνωσης

Προσπαθεί κανείς να αγνοήσει την πίεση
Κάνει υπομονή
Στενεύει το στεφάνι του πονοκεφάλου επικίνδυνα στο μέτωπο
Οι καρδιακοί παλμοί μετρώνται στους κροτάφους
Βουίζουν τα αυτιά
Ολοένα και δυνατότερα

Συννεφιάζει ο καιρός
Κρυώνει
Βαραίνει

Όταν βρεθεί η βαλβίδα

Βρέχει καταρρακτωδώς
Αναιρείται το βάρος
Ανοίγουν ξανά τα αυτιά
Ανοίγουν ξανά τα μάτια
Ξανακούγεται το γέλιο...

17 Μαΐου 2006

Πετας σημερα

Πετάς σήμερα
γλυκιά μου αγάπη στις διακοπές

Τις επόμενες μέρες
δεν θα στερηθείς συντροφιά και αγκαλίτσες

Όλοι απλόχειρα θα στις προσφέρουν
Όπως ανοιχτόκαρδα εσύ θα τους αντιμετωπίζεις
Όπως εσύ σε όλους το χαμόγελο θα χαρίζεις

Να είσαι καλά καρδιά μου
Καλά να περάσεις
Με το καλό να επιστρέψεις
Με το καλό να σε ξανακλείσω στην αγκαλιά μου

Η μαμά σου

16 Μαΐου 2006

Γιατι ρε φιλε; Γιατι;

Εντάξει το καταλαβαίνω η ζωή είναι δύσκολη.
Εντάξει δεν υπάρχει κανείς ή τελοσπάντων δύσκολα να βρεις κάποιον να σε καταλάβει...
Εντάξει η οικογενειακή ζωή με 2 παιδιά (10 και 5 χρόνων) δεν βοηθά πάντα να βρήσκεις την ηρεμία σου.
Εντάξει μπορεί και να σε κούρασε ιδιαίτερα η γυναίκα σου...

Και ποιός ξέρει πόσα άλλα «εντάξει» θα σου αναγνωρίσω, αλλά βρε φίλε...
άμα πραγματικά δεν πάει πλέον αυτή η ζωή , άμα είσαι τόσο απελπισμένος, τόσο αηδιασμένος, απιβδισμένος, γιατί δεν δίνεις ένα τέλος με το μπιστόλι που έχεις στην βιτρίνα, ως χομπίστας κυνηγός;
Κάντο βρε φίλε, κάντο αλλά πρόσεξε!
Την γυναίκα σου και τα δυό παιδιά δεν είναι ανάγκη να τα πάρεις μαζί σου.

Εσύ κουράστηκες, φύγε λοιπόν.
Φύγε και άσε τους άλλους εν ζωή.
Έτσι και αλλιώς στιγματισμένοι θα μείνουν από την «φυγή» σου.
Έτσι και αλλιώς.
Έτσι και αλλιώς....


ΥΓ. Εχθές το βράδυ πυροβόλησε ένας πατέρας (σαραντάρης, ιατρός, με άδεια κυνηγού) τα 2 παιδιά του (10 και 5 χρόνων), την γυναίκα του και τον εαυτό του. Σε μια αναλαμπή καθαρής σκέψης κάλεσε την άμεση δράση και ασθενοφόρα. Το μόνο που επέζησε βαριά τραυματισμένο (σωματικά γιατί οι ψυχικές επιπτώσεις μιας τέτοιας εμπειρίας δεν φαίνονται από τώρα) ήταν το πεντάχρονο παιδί.

ΥΥΓ. Η ευχή για μια καλή μέρα, έρχεται σήμερα μετά από αυτό που άκουσα στο ραδιόφωνο πιο ειλικρινά παρά ποτέ.... Καλή μέρα!

14 Μαΐου 2006

Ψαχνοντας φωτογραφιες μετακομισης...

Ψάχνοντας στο google για φωτογραφίες μετακόμισης

με την λέξη κλειδί «mooving», βρήκα αυτήν εδώ.

Η μετακόμιση άρχισε ήδη σήμερα. Αύριο αποσυνδέεται το τηλέφωνο στο παλιό διαμέρισμα και για τις επόμενες 2, 3 εβδομάδες προβλέπεται μια σημαντικά μειωμένη online παρουσία.
Την καλημέρα μου από το βροχερό Düsseldorf.

ΥΓ. Ήταν δυνατόν να μετακομίζω και να μην βρέχει; ;-)

Ένα άδειο αρχείο (ιστορία)

Για άλλη μια φορά βρισκόταν μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή του και αναρωτιόταν πως να άρχιζε την επόμενη ιστορία, όμως το άψυχο μηχάνημα κάτω από τα χέρια του αδυνατούσε να νιώσει την αγωνία του και να κάνει μια πρόταση. Έπρεπε να το πάρει απόφαση, η λύση δεν θα ερχόταν από έξω. Μόνον εκείνος θα την έβρισκε ή θα την άφηνε να πάει χαμένη, γιατί το ότι υπήρχε μια λύση, το ότι υπήρχε μια ιστορία που απλά περίμενε να βρει κάποιον να ασχοληθεί με αυτήν και να την γράψει, ήταν σίγουρο.

Δεν μπορούσε να το εξηγήσει, αλλά είχε την αίσθηση ότι δεν είναι οι άνθρωποι και το μυαλό τους, που διηγούνται κάτι, ούτε η διάνοιά τους που τους κάνει να τις δημιουργούν. Όχι, πίστευε πως οι ιστορίες είχαν την δική τους πραγματικότητα, μια παράλληλη αυτής της οποίας ζούμε εμείς ή οι συγγραφείς τους. Μερικές επελέγαν λόγω χαρακτήρα να παραμένουν χρόνια, αιώνες, χιλιετηρίδες στο σκοτάδι ανείπωτες και άγνωστες. Μερικές άλλες διεκδικούσαν ήδη από την στιγμή της γέννησής τους μια ξεχωριστή θέση στο φως της δημοσιότητας.
Και άλλες όμως, οι πιο πολλές ιστορίες κατά την γνώμη του, βρίσκονταν σε ένα αέναο ταξίδι ψάχνοντας απλά το κατάλληλο μέσο για να εμπιστευθούν την αλήθεια ή το παραμύθι τους. Αυτές οι τελευταίες ήταν απαιτητικές. Δεν δίνονταν στον καθένα. Δεν δίνονταν ελαφρά τη καρδία. Δεν βιάζονταν.
Ήξεραν πως όσο περνά ο καιρός, όσους περισσότερους πιθανούς «αποδέκτες» και αν έλεγχαν, στο τέλος εκείνοι θα έβγαιναν νικητές. Γιατί ο σκοπός τους δεν ήταν η γρήγορη εμφάνιση και η εξίσου γρήγορη λήθη, παρά η εξασφάλιση μιας θέσης ανάμεσα σε αυτές τις ιστορίες που άπαξ και ακούστηκαν, γραφτήκανε στην θύμηση του κόσμου με ανεξίτηλη μελάνη.

Γιατί ποιός δεν θυμάται την «Οδύσσεια», ποιός έχει ξεχάσει το «Ρωμαίο και την Ιουλιέτα», ποιός δεν γνωρίζει τον «κατά φαντασία ασθενή», την ιστορία των Πρωτόπλαστων με το μήλο και το φίδι, αυτήν με την λύκαινα που μεγάλωσε τον Ρωμύλο και τον Ρέμο, της Σταχτοπούτας, της μικρής Άννας Φρανκ...

«Η ιστορία της Άννας Φρανκ» του αντιτάσσανε πάντα όλοι όταν άρχιζε να μιλά για την κοσμοθεωρία του σε ξένους, «δεν είναι φτιαχτή ιστορία, παρά η ιστορία της δεκατριάχρονης, όπως εκείνη την κατέγραψε στο ημερολόγιό της. Πώς μπορείς να την αναφέρεις σε μια πρόταση όπου προηγουμένως είχες την Σταχτοπούτα: Δεν έχεις ιστορική συνείδηση;»

Είχε πάψει να προσπαθεί να απαντήσει όμως πλέον. Τι και αν τους έλεγε πως δεν αμφέβαλε για την αλήθεια της ιστορίας, για την ανοησία εκείνου και όπως και κάθε πολέμου, τις παράλογες επιπτώσεις στον άμαχο πληθυσμό, τις ορατές και μη; Και ότι όμως πίστευε πως οι ιστορίες δεν διάλεγαν μόνον τους συγγραφείς αλλά και τους ήρωές τους; Ήξερε ήδη την αντίδρασή τους. Δεν είχε νόημα να εξηγήσει πως μια ιστορία που δεν ήταν παραμύθι έπρεπε να επιλέξει πρώτα αυτούς τους ανθρώπους που θα τις ζούσαν, και έπειτα τους άλλους που θα τις καταγράψουν για να τις μεταφέρουν από τον κόσμο των ιστοριών, στον κόσμο των πραγματικών ιστοριών.

Ο κόσμος των πραγματικών ιστοριών.... ένας κόσμος τον οποίο οι άνθρωποι νομίζουν ότι ζουν. Ένας κόσμος που νομίζουν ότι εκείνοι τον δημιουργούν. Δεν ξέρουν βλέπεις ότι είναι και αυτοί πιόνια, «ήρωες» μια άλλης ιστορίας. Ακριβώς όπως τα πιόνια μιας σκακιέρας δεν έχουν αίσθηση της σκακιέρας στην οποία είναι στημένα, αλλά ούτε και του χρώματός τους. Ξέρουν απλά τους κανόνες κίνησής τους, αναγνωρίζουν τον «εχθρό» και τον «σύμμαχο» και ακολουθούν εντολές προκειμένου να κερδίσουν τη «μάχη». Δέχτηκαν μια καλή ιστορία είχε καλώς. Στην αντίθετη περίπτωση ήλπιζαν ότι θα ήταν τουλάχιστον μια από εκείνες τις ιδιαίτερες. Δύσκολη και απαιτητική για τον ήρωά της αλλά αξέχαστη για τους άλλους.
Γιατί τι άλλο μπορούσαν και οι «ήρωες» να κάνουν με την σειρά τους; Τίποτε. Τίποτε εκτός από το να αποδεχτούν την ιστορία τους. Για να τους «δοθεί» αυτή η συγκεκριμένη κάτι είχε να κάνει με τον χαρακτήρα τους, την ιδιοσυγκρασία, τις ανάγκες ή και τις επιθυμίες τους.
Ναι οι ιστορίες διάλεγαν τους ήρωες και τους συγγραφείς τους. Πάμπολλες φορές τις ένιωσε να τον βομβαρδίζουν ελέγχοντάς τον. Πάμπολλες φορές τις είδε δευτερόλεπτα προτού τις μεταφέρει στα γραπτά του. Πάμπολλες φορές ψυλιάστηκε την απογοήτευσή τους, όταν αναγνώριζαν ότι ο προορισμός τους δεν θα ήταν ένα από τα αρχεία του υπολογιστή του .

Εκείνο το αρχείο που πάλι άδειο θα έμενε, για άλλη μια μέρα στην συνέχεια...

13 Μαΐου 2006

Eικονες τις ημερας (ZOOM Erlebniswelt)

Από το ζωολογικό κήπο της πόλης Gelsenkirchen...
Schalkeauto
Το αυτοκίνητο ενός οπαδού της τοπική ομάδας ποδοσφαίρου: Schalke 04

seal
Μια φώκια...

Ody&Friends
Ο Oδυσσέας και οι φίλοι του :-)

12 Μαΐου 2006

Σημερα διανυκτερευει το παιδι στο σπιτι της φιλης του

Για να μπορεί η μαμά να πάει να ακούσει τον συγγραφέα αστυνομικών Jörg Juretzka να διαβάζει αποσπάσματα από τα βιβλία του.

Equinox von Jörg Juretzka

Παρόλο που ο ήχος στην αίθουσα είχε κάποια προβλήματα, τα κομμάτια ήταν τέλεια, βρήκα το θάρρος να πάω να ζητήσω αυτόγραφα στα βιβλία και ανυπομονώ τώρα να τα διαβάσω :-)

Στο Duesseldorf τα κτιρια ειναι κυρτα!



"Στο Duesseldorf τα κτιρια ειναι κυρτα!" είπε ο OldSkipper στο προηγούμενο post...
Kαι σε εμένα δεν μένει πλέον παρά να συμφωνήσω και να δώσω εδώ την απόδειξη αυτής την πρότασης.



Τα κτίρια του καναδό-αμερικανού αρχιτέκτονα Frank O. Gehry βρίσκονται στο λιμάνι του Düsseldorf, όπου είναι εγκατεστημένες εταιρίες των καινούργιων μέσων π.χ. διαφήμισης τηλεπικοινωνίας ή και κανάλια τηλεόρασης.
Τις φωτογραφίες τις βρήκα, στις σελίδες της πόλης του Düsseldorf όπου κανείς μπορεί να βρει στα γερμανικά και άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες.

11 Μαΐου 2006

Διαστρεβλωμένη πραγματικότητα

Ή το κτίριο είναι στραβό
 distorted house detail

ή εγώ στραβό το βλέπω...
distorted house

Ποιός είμαι;

Μερικές φορές όταν προσπαθώ να συγκεντρωθώ για να προσδιορίσω με τι θα πρέπει να ασχοληθώ στην συνέχεια, εντελώς αυτομάτως ξεσπάει από μέσα μου:
«Ποιός είμαι, και στην περίπτωση που ισχύει αυτό, πόσοι είμαι;»
(wer bin ich, und wenn ja, wie viele?)


Πριν 10 χρόνια πρωτοάκουσα αυτήν την πρόταση στα γερμανικά. Ψάχνοντας στο ίντερνετ, δεν βρήκα στοιχεία για το αν είναι καθαρό γερμανικό «προϊόν» ή όχι...
Στην αρχή, την θεώρησα λόγω ανορθόδοξης χρήσης της γραμματικής «παράλογη», «λάθος» και ένα «αστείο».
Όσο περισσότερο όμως αναλύω τις λέξεις, όσο πιο συχνά προφέρονται μηχανικά από τις φωνητικές χορδές μου, τόσο πιο σίγουρα καταλήγω να πιστεύω πως είναι μια πολύ σημαντική πρόταση με 3 εύλογες ερωτήσεις.
3 από τις 6 πιο σημαντικές ερωτήσεις που με απασχόλησαν ποτέ.
Οι υπόλοιπες 3 είναι:
«Ποιός είναι το παιδί μου, και στην περίπτωση που ισχύει αυτό,
πόσοι είναι;»

Καλημέρα.

9 Μαΐου 2006

Εγω και εσυ

Είδα το αυτοκίνητό σου στην τηλεόραση
Και χαμογέλασα
Αναζήτησα την παρέα σου
Και είχες δουλειά

Σου άφησα μήνυμα στον αυτόματο
Απάντησες αμέσως με ένα sms, που έφτασε 6 ώρες καθυστερημένα
Σε σκεφτόμουνα στο αυτοκίνητο
Και με πήρες τηλέφωνο

Βλέπω Monk
Kαι έρχεται στην μνήμη μου η τελευταία φορά που τον είδαμε μαζί
Θυμάμαι κάθε συνάντησή μας
Και νιώθω ζωντανή

8 Μαΐου 2006

Χρονος μηδεν; (ιστορια)

«Πόσο κουρασμένη είμαι...» σκέφτηκε και κοίταξε έξω από το παράθυρο τι ώρα έδειχνε το μεγάλο ρολόι στο καμπαναριό. Δεν φαινότανε όμως. Αντί αυτό διέκρινε πλέον μόνον την οικεία σιλουέτα της εκκλησίας, τα φώτα των δρόμων και μερικά φωτισμένα παράθυρα από τα κτίρια της γειτονιάς. Ήταν αργά, καμία αμφιβολία, ακόμα και αν δεν ήξερε την ακριβή ώρα.
Από τότε που μετακόμισε σε εκείνο το διαμέρισμα είχε αποφασίσει να βάλει ένα τέλος στο αέναο κυνήγι του χρόνου. Χάρισε τα ρολόγια χειρός της σε φίλους και γνωστούς. Αποσυνέδεσε την τηλεόραση, γιατί δεν άντεχε να βλέπει την ώρα στο video text ή στην διαφήμιση των μελλοντικών εκπομπών, και την κατέβασε στο υπόγειο παρέα με όλα τα άλλα ξυπνητήρια, ρολόγια ραδιόφωνα και αυτά σε μορφή κόκορα με το όνομα Detlef, που της έδειχναν πόσο χρόνο βράσης απέμενε σε ένα αυγό μέχρι να γινότανε μελάτο.

Δεν ήταν εύκολο να ζει χωρίς ρολόγια, παντού κρυβόντουσαν κάποια. Μικρά, μεγάλα, αναλογικά, ψηφιακά. Κάποια με ορατή ένδειξη, άλλα κρυμμένα μέσα σε μηχανήματα ή σε ηλεκτρικές συσκευές. Από όλα αυτά το πιο εύκολο που μπόρεσε να παραπλανήσει ήταν εκείνο του video, το οποίο πολύ απλά απέφυγε να συντονίσει και άφησε έτσι να αναβοσβήνει τα πολλά πράσινα μηδενικά του 00:00:00 00-00-0000 όσο βρισκόταν σε λειτουργία.
Επειδή δεν είχε γνώσεις προγραμματισμού αλλά ούτε την απαραίτητη τεχνική αντίληψη για να καταφέρει να αφαιρέσει την ένδειξη της ώρας από το ηλεκτρονικό της υπολογιστή ή το κινητό, τα χάρισε στην αδερφή της και στον ανιψιό της. Έτσι και αλλιώς δεν τα πολύ χρησιμοποιούσε, η αδερφή της είχε ανάγκη να αντικαταστήσει τον παλιό της υπολογιστή, ο 12χρονος ανυπόμονουσε να έχει δικό του κινητό για να κάνει το κομμάτι του στα κορίτσια και η μητέρα του ανησυχούσε όταν ο πιτσιρικάς επέστρεφε αργά μόνος του και κουρασμένος από την προπόνηση του ποδοσφαίρου με το λεωφορείο στο σπίτι. Με ένα κινητό στο χέρι θα μπορούσε γρήγορα σε περίπτωση ανάγκης να καλέσει βοήθεια. Με ένα σμπάρο 3 τρυγόνια ή μάλλον 4, γιατί εκείνη αφαιρούσε από πάνω της άλλους δυο χρονομετρητές.

Έψαξε αρκετά μέχρι να βρει ένα αναλογικό τηλέφωνο χωρίς ψηφιακή ένδειξη και χρειάστηκε να υποστεί τις κοροϊδεύτηκες ματιές των υπαλλήλων καταστημάτων οικιακών συσκευών κάθε φορά που τους ρωτούσε άμα θα έβρισκε στο μαγαζί τους μια τέτοια συσκευή.
«Για κοιτάξτε στο περίπτερο» της είχε απαντήσει ένας υπεροπτικός πωλητής, «ίσως βρείτε εκεί πρωτόγονα πράγματα, εμείς δεν τα πουλάμε πλέον εδώ και 10 χρόνια» .

Έπαιξε με την ιδέα να χαρίσει τον mpg-player και να τον αντικαταστήσει ίσως με ένα ραδιοφωνάκι, αλλά το ξανασκέφθηκε και αποφάσισε ότι καλά όλα τα άλλα, αυτό όμως δεν ήταν διατεθειμένη να το αποχωριστεί. Συζήτησε τυχαία το πρόβλημά της με την γειτόνισσά της και χάρηκε όταν εκείνη προσφέρθηκε να κοιτάξει στο ίντερνετ σε σχετικές σελίδες hackers μήπως και έβρισκε λύση. 9 μέρες κράτησε η έρευνα και το αποτέλεσμα ήταν ένας άσπρος mpg-player με πλήρη λειτουργία αλλά χωρίς την ελάχιστη ένδειξη ώρας ή ημερομηνίας.


Έτσι ζούσε λοιπόν χωρίς δικό της ρολόι. Ξυπνούσε με τον πρώτο χτύπο του ρολογιού της εκκλησίας, στις 7 το πρωί, πλενόταν, ετοιμαζόταν, έτρωγε πρωινό και έφευγε για την δουλειά όταν ήταν έτοιμη. Δεν χρειαζόταν να ασχολείται με το δρομολόγιο του λεωφορείου, ή του ηλεκτρικού. Έπαιρνε το ποδηλατάκι της και κατευθυνόταν προς τον εκάστοτε χώρο απασχόλησής της. Δούλευε ως βαφέας. Παρόλο που δεν χρησιμοποιούσε ρολόι, δεν είχε ποτέ προβλήματα με τους πελάτες της. Όταν έκλεινε ένα ραντεβού για την επόμενη μέρα το πρωί, πήγαινε την επόμενη μέρα το πρωί. Τί σημασία είχε αν έφτανε στις 8 και 13 ή στις 9 παρά 10; Έτσι και αλλιώς χρειαζόταν μία μέρα για κάθε δωμάτιο, δύο άμα χρειαζόταν να κάνει και δεύτερο χέρι και μισή για τα κουφώματα.
Το σάντουιτς που έπαιρνε για μεσημεριανό κολατσιό, το έτρωγε όταν άκουγε πρώτα το στομάχι της να διαμαρτύρεται. Όταν έχανε σε δύναμη ο ήλιος και δημιουργούντο σκιές στους τοίχους, δυσκολεύοντάς την να αναγνωρίζει αν τα δωμάτια βάφονταν ομοιόμορφα ή όχι, σταματούσε την δουλειά.

Επέστρεφε με το ποδήλατό της και ήξερε από ποιό σημείο της διαδρομής και έπειτα θα μπορούσε να αρχίσει να ψιθυρίζει το αγαπημένο της τραγούδι έτσι ώστε να φτάσει ακριβώς στο τέλος του μπροστά στην εξώπορτα της πολυκατοικίας.

«Ποιός χρειάζεται αλήθεια ένα ρολόι;» αναρωτιόταν. Έτσι και αλλιώς τα κατάφερνε πολύ καλά χωρίς να έχει ένα. Ή για να πει την αλήθεια, μόνον με αυτό στο καμπαναριό. Είχε ήδη περάσει χωρίς πρόβλημα ολόκληρο το χειμώνα. Γιατί να εμφανιστούν στην άνοιξη δυσκολίες; Τώρα που είχε ήδη συνηθίσει;
Παρόλα αυτά δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί όμως τελευταία ένιωθε πεσμένη. Λες και δεν αναπαυόταν αρκετά, λες και κουραζόταν περισσότερο, κάτι είχε βγει από το κανονικό, κάτι είχε αλλάξει, αλλά δεν μπορούσε να το προσδιορίσει.
Ένιωθε παρόμοια με κάποιον που επειδή σταμάτησε να ελέγχει τακτικά το βάρος του στην ζυγαριά δεν είχε καταλάβει πως είχε παχύνει ενδιάμεσα.
Δεν είχε όμως βάλει κιλά, ούτε το πρόσωπο που αντίκρισε στο καθρέφτη της φάνηκε παραμελημένο.
Τί συνέβαινε λοιπόν; Τί την βάραινε;

Κοίταξε ξανά έξω από το παράθυρο. Σκοτάδι, ούτε η σιλουέτα του καμπαναριού ξεχώριζε, ούτε το φεγγάρι. Οι προβολείς των αυτοκινήτων άχρηστοι στην ομίχλη. Μόνον σε ένα παράθυρο στο απέναντι κτίριο έκαιγε ακόμα φως. Ήταν ένα περίεργο αναμοσβήνον πράσινο φως. Κάτι της θύμιζε αυτό το χρώμα, αλλά δεν μπορούσε να το συγκεκριμενοποιήσει. Κάτι γνωστό; Κάτι που ξέχασε; Κάτι που θα έπρεπε να ξαναθυμηθεί; Γύρισε το βλέμμα της προς τα δεξιά και συνειδητοποίησε που είχε ξαναδεί ένα παρόμοιο πράσινο φως. Στο video! Πώς και δεν είχε σκεφτεί αλήθεια πως ήταν άχρηστο χωρίς τηλεόραση;

Τα πράσινα ψηφία αναβόσβηναν όπως πάντα, με μια μόνον μικρή αλλά σημαντική διαφορά. Το μηχάνημα μετρούσε με κάθε αναβόσβησμα μία θέση παραπάνω. Ασταμάτητα και με πολύ γρήγορο ρυθμό. Ήδη είχε φτάσει η ένδειξη στο 12:34:54 28-12-2059.
Kάτι έπρεπε να κάνει. Είχε πλέον καταλάβει, πως η ώρα στο video με κάποιο αδιανόητο τρόπο είχε συνδεθεί με την δική της βιολογική ηλικία. Έπρεπε να έβρισκε τρόπο να την σταματήσει, και έπρεπε να το κάνει σύντομα γιατί με κάθε αναβόσβησμα ένιωθε ολοένα και πιο αδύναμη, τη διανοητική της ικανότητα να φθίνει, τα μάτια να θολώνουν.

Πληκτρολόγησε στο telecontrol 22:59:00 08-06-2006, πάτησε απελπισμένα το κουμπί και ήλπισε να μην ήταν όλα πλέον πολύ αργά...

Δεν εχω διαθεση...

Δεν εχω διαθεση για δουλεια.
Καθόλου μα καθόλου...
Πειράζει;
Ναί δυστυχώς γιατί τα βουνά δουλειάς δεν μετακινούνται από μόνα τους, παρά μεγαλώνουν μέρα με την ημέρα.
Άμα δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ λένε...
Τί δηλαδή, θα έρθει ο όγκος δουλειάς και θα με συνθλίψει;

Ωωωω, τότε μάλλον θα πρέπει να συνεχίσω όσο είναι ακόμα καιρός.
(Και κάνει έξω μια καλοκαιρία, μα μια καλοκαιρία, άνω προηγουμένων... :-) :-()

6 Μαΐου 2006

Kαι η ζωη συνεχιζεται...

Μπάσκετ που αναβλήθηκε
Σαββατιάτικα ψώνια σε άδεια μαγαζιά
Γυαλιστερό αυτοκίνητο μετά το πλύσιμο
Ήλιος, ζέστη
Το μόμπιλε που χτυπά τα μπλέ δελφινάκια του ρυθμικά στα μέταλλα
Αίσθηση καλοκαιριού
Φ. & Oδυσσέας
Ανάμνηση του προηγουμένου
Καθαρά πρόσωπα
Καρδιά γεμάτη αγάπη
Η ζωή συνεχίζεται...:-)


ΥΓ. Στη φωτογραφία είναι ο Οδυσσέας με τον ξάδερφό του, τον εξίσου πανέμορφο Φ., στην Πάτμο.

5 Μαΐου 2006

Επέτειος

Αύριο είναι μια επέτειος. Δεν θα την θυμηθούν πολλοί. Κάποιοι θα επιλέξουν να την αγνοήσουν, άλλοι θα φοβηθούν να την ονομάσουν, μερικοί θα γράψουν για αυτήν, ή ίσως να προσπαθήσουν να την αντιμετωπίσουν αναιρώντας έτσι την δύναμή της.
Wolken

Ένα φάντασμα μιας επετείου που δεν πρόλαβε να γιορταστεί πολλές φορές.
Που δεν θα ξαναγιορταστεί πλέον.
Γιατί αυτοί για τους οποίους κάποτε κάτι σήμαινε, πήραν άλλες αποφάσεις, άλλους δρόμους.
Άλλο ένα σύμβολο από το οποίο απαιτείται η απαγκίστρωση.

6. Μαϊου 19.. 10.00 πμ / 11.00 πμ

Αντίο σύμβολο.
Αντίο...

Αποφάσεις, δρόμοι, σύμβολα...
Και τί συμβαίνει με τα συναισθήματα;

4 Μαΐου 2006

Ο κοσμος το εχει τουμπανο...

και εγώ κρυφό καμάρι...
Έφτασε λοιπόν η στιγμή να το συζητήσω... Καθυστερημένα ομολογουμένως γιατί ήδη με πρόλαβε εχθές ο Πιτσιρίκος στο post του.

Nαι, είναι αλήθεια, τα αστυνομικά, "το ξενοδοχείο με τα 28 δωμάτια" και οι άλλες μικρές μου ιστορίες θα γίνουν ένα βιβλίο που θα κυκλοφορήσει στις εκδόσεις Μαραθιά.

Ποιός θα το πίστευε αν του το έλεγα πέρυσι τέτοια εποχή; Κανένας, και ακόμα λιγότερο εγώ, που πριν από 10 μήνες δεν είχα ιδέα για την ύπαρξη των ελληνικών blogs;

Πέρυσι τέτοια εποχή...
είχα 13 χρόνια να γράψω κάτι άλλο στα Ελληνικά πέρα από τις συνήθεις κάρτες γενεθλίων, έπαιζα πιο τακτικά κιθάρα, έβλεπα πολύ περισσότερο τηλεόραση, διάβαζα πολύ τακτικά αστυνομικά, πήγαινα 2 φορές την εβδομάδα στο γυμναστήριο, κάθε δεύτερη Πέμπτη σινεμά, αγωνιούσα να απαγκιστρωθώ από μια αποτυχημένη σχέση 13 χρόνων, να βρω μια άκρη στο θέμα της διαπαιδαγώγησης του γιου μου, ξαναένιωσα τον έρωτα, επανέφερα στην ζωή μου τις αισθήσεις, την περιέργεια, τα θετικά συναισθήματα.
Τί συνέβη λοιπόν και έφτασα στο σημείο να αναφέρω στο blog μου την προοπτική ενός βιβλίου; Μια ιδέα που ούτε κατά διάνοια δεν θεώρησα ότι θα μπορούσε ποτέ να με αφορά. Εγώ είμαι καταναλωτής γραμμάτων, όχι παραγωγός, άλλωστε φαντασία και δημιουργικότητα είναι ταλέντο άλλων...

Τον Αύγουστο άρχισα λοιπόν να γράφω τις πρώτες μου φλυαρίες προκειμένου να ανακαλέσω τα ελληνικά στην μνήμη μου για να τα μιλώ με το παιδί μου, το Σεπτέμβριο θυμήθηκα το εξάμηνο του Εrasmus, που διάρκεσε τελικά 8 μήνες, τον Νοέμβριο μετέφρασα την πρώτη αδέξια ποιητική προσπάθειά μου στα γερμανικά.
Η πρώτη μικρή ιστορία "γράφτηκε από μόνη της" τον Νοέμβριο και λίγες μέρες αργότερα ακολούθησε η δεύτερη. Η βαριεστημάρα του Δεκέμβρη γέννησε το πρώτο αστυνομικό, η ανάγκη να επαναλάβω την απίθανη ηδονή της δημιουργίας έφερε το δεύτερο αστυνομικό ελάχιστα μετά την αλλαγή του χρόνου. Ο Φεβρουάριος υλοποίησε το Ξενοδοχείο με τα 28 δωμάτια, μια παράλογη ιστορία με, πως μπορούσε να είναι αλλιώς, 27 αυτοτελή επισόδεια, και ήταν μέρος μιας μεγαλύτερης προσπάθειας στο blog "28 days in February 2006".

Απίθανο! Απίθανο! Δεν το πιστεύω.
Δυσκολεύτηκα να αποδεχτώ την ιδέα. Δεν είμαι σίγουρη ότι είμαι άξια και πόσο μάλλον ικανή να πραγματοποιήσω μια τέτοια προσπάθεια.

Όμως τώρα είμαι περίεργη να δω την υλοποίησή της.
H ιστορίες της ViSta σε βιβλίο...
A Π Ι Θ Α Ν Ο
και δε θα σταματήσω να σαστίζω με την ιδέα...

Καλησπέρα :-)

ΥΓ. Επειδή ξέχασα δυο σημαντικά γεγονότα, συμπληρώνω εδώ...

-Το πρώτο ελληνικό post που διάβασα ήταν το γιατί; της "blogarismenh"s. Μου έφτιαξε σε μια δύσκολη μέρα το κέφι τόσο που από το πολύ γέλιο δάκρυσα. Αν δεν μου είχε απαντήσει στο email που της έστειλα για να την συγχαρώ, δεν θα περνούσε ποτέ από το μυαλό μου η ιδέα να ασχοληθώ ενεργά με τα blog. Τα συγχαρητήρια λοιπόν πάνε κατά μεγάλο βαθμό προς την κατεύθυνσή της. Σε ευχαριστώ πολύ blogarismenh για αυτή την υπέροχη ιδέα σου :-)

-Απίθανα γλυκιά ήταν και η κίνηση της Vasvoe, ως μέλος της μονομελούς επιτροπής να με προτείνει για το "Χρυσό Γουρούνι 2006" στην κατηγορία "Καλύτερης Πρωτοεμφανιζόμενης Ιστορίας Σε Μπλογκ", να με ψηφίσει στις μυστικές εκλογές με ένα μόνον μέλος, και να μου απονέμει στο τέλος το βραβείο ;-) Με γέμισε αφάνταστη χαρά η αίσθηση ότι οι ιστορίες μου ενδιέφεραν και διασκέδασαν και κάποιους άλλους εκτός από την στενό μου φιλικό και οικογενειακό κύκλο. Φιλιά VasVoe και καλές διακοπές :-)

Μαης μηνας, μηνας με πολλες σημαντικες ημερομηνιες

(Sorry, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί εμφανίζεται αυτό το κενό πρίν την ταμπέλα, αλλιως θα το αφαιρούσα :-()









4. ΜάηΧρόνια πολλά Μ...άκι για τα γενέθλιά σου :-)
Έρχεται στο νηπιαγωγείο φωτογράφος για αναμνηστικές φωτογραφίες
6. Μάη Mια επέτειος γάμου που δεν θα γιορταστεί πλέον
15. MάηΑποσύνδεση τηλεφώνου στο παλιό διαμέρισμα
16. MάηΓενέθλεια του Ja..., θα γίνει 7
17. MάηΤα παιδιά πετάνε στις διακοπές
20. MάηΜετακόμιση
21. MάηΓιορτάζει η μαμά
31. MάηΤελευταία μέρα του μήνα, την επόμενη αρχίζει ο επόμενος...

3 Μαΐου 2006

Νυχτερινοί δρόμοι

NightRoutes
Νυχτερινοί δρόμοι σας αγαπώ
πρωινοί δρόμοι σας καταβροχθίζω
μεσημεριανοί σας θαυμάζω
απογευματινοί σας διανύω...

More Night Routes
Καλημέρα :-)

2 Μαΐου 2006

Γλυκά φρούτα... Ναι ή όχι;

ViSta: Οδυσσέα, θέλεις μια μπανάνα;
Οδυσσέας: Είναι από τις γλυκιές;

ViSta: ... Σου αρέσουν οι γλυκιές;
Οδυσσέας: Όχι, είναι από τις γλυκιές;

ViSta: Όχι δεν είναι γλυκιά. Θέλεις;
Οδυσσέας: Ναι.

ViSta σκέφτεται: Ευτυχώς δεν είπα από την αρχή ότι ήταν γλυκιά...;-)
Οδυσσέας: Μμμμ... νόστιμη είναι. Σε ευχαριστώ μαμά :-)

1 Μαΐου 2006

Τεστ γεωγραφιας;


Ποιά πόλη είναι απεικονισμένη;
Απλά αναρωτιέμαι εάν είναι γνωστά στην Ελλάδα τα τυπικά γερμανικά μοτίβα φωτογραφιών...

Κατά τα άλλα είμαι εκνευρισμένη. Που για πολλοστή φορά δεν πραγματοποιήθηκαν κάποιες ελπίδες μου.
Προσπαθώ να απογκιστρωθώ από τις προσδοκίες, προσπαθώ να ζω καλύτερα την στιγμή, από το αύριο, να μην κολλάω σε ένα πρόγραμμα, παρά να δέχομαι τις εξελίξεις, αλλά μου πέφτει δύσκολο και απογοητεύομαι όταν για άλλη μια φορά αυτά που είπαμε το βράδυ, αναιρούνται την επόμενη μέρα.
Το ξέρω δεν υπάρχει πρόθεση, δεν υπάρχει κακία, αλλά και εγώ υπολογίζω με τα λόγια μας.
Ψάχνω και βρίσκω χρόνο για να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν και χαίρομαι με την ιδέα, παρόλο που προσπαθώ να μην το κάνω για να μην απογοητευθώ άμα δεν συμβούν.

Και να που πάλι νιώθω αυτό το κενό στο οποίο αιωρούμαι όταν χάνεται η επικοινωνία...