10 Ιουλίου 2006

Kαι κατι τις ξενο...

Φεγγαρολούλουδο
Ο μονόλογος του Άμλετ από την τρίτη πράξη του ομώνυμου θεατρικού έργου του William Shakespeare


Να είναι κανείς ή να μην είναι, -αυτό είν’ το ζήτημα.
Τι’ναι στο πνεύμα ανώτερο, να υποφέρεις
πετριές και σαϊτιές αχρείας τύχης, ή
να παίρνεις τα όπλα ενάντια σε ‘ένα πέλαο βάσανα
κι αντιχτυπώντας να τους δίνεις τέλος; Θάνατος, -
ύπνος, και τίποτ’ άλλο. Κι αν με αυτόν τον ύπνο
παύουμε της καρδιάς τον πόνο και τις χίλιες
λαχτάρες, φυσική κληρονομιά της σάρκας,
Είναι συντέλεια να την εύχεσαι με ζήλο.
Θάνατος – ύπνος – ύπνος, ίσως όνειρα! Ε,
εδώ είναι ο κόσμος. Τι σ’αυτόν τον ύπνο του θανάτου
τι όνειρα θα’ρθουν, όταν θα χουμε πετάξει τούτο
το σαρκοκάβουρο; Αυτό μας κόβει. Τούτη την έγνοια
κάνει τη δυστυχία να ζει τόσο πολύ.
Γιατί ποιός θα δεχότανε ντροπές και χάλια
της ηλικίας, τ’άδικο από τον δυνατόν,
τον εξευτελισμό απ’ τον φαντασμένον,
τον πόνο από την περιφρονημένη αγάπη,
την άργητα του νόμου, τους τραμπουκισμούς
της εξουσίας και τις κλωτσιές που η ταπεινή
η αξία τρώει απ’τον ανάξιο, αν μπορούσε
να έδινε μόνος του κανείς στον εαυτό του
τη λύτρωση μ’ ένα μαχαίρι; Ποιός θα το ‘θέλε
να φέρνει ευθύνες, να γρυλίζει και να ιδρώνει
από το βάρος της ζωής, αν η τρομάρα
μην είναι κάτι μετά θάνατον, στον κόσμο
τον άλλο, απ’όπου δε γυρίζει ταξιδιώτης,
δε σάστιζε τη θέληση και δε μας έκανε
να προτιμάμε να τραβάμε αυτά τα βάσανα
παρά να πάμε σε άλλα που δεν τα γνωρίζουμε;
Έτσι η συνείδηση μας κάνεις όλους δειλούς
και έτσι το φυσικό το χρώμα της απόφασης
ξασπρίζει με τ’ωχρό φκιασίδωμα της σκέψης
κι είναι προσπάθειες πνοής μεγάλης κι ευκαιρίας
που με την έγνοια αυτή ξεκόβεται η ορμή τους
και χάνουν το όνομα της πράξης. Μα σιωπή!
Η όμορφη Οφίλια; -Νεράιδα μου, μνημόνεψε
στις προσευχές σου κι όλα μου τα κρίματα.


Μετάφραση Βασίλη Ρώτα
Εκδόσεις Ίκαρος
Φεβρουάριος 1979

ΥΓ. Η εικόνα είναι της αδερφής μου, το φεγγαρολούλουδο της Πάτμου...